Αφρική: οι χαμένες ψηφίδες της ελευθερίας (Γ΄μέρος)

Η εμφάνιση της γεωργίας

Με την εμφάνιση της γεωργίας ο κόσμος αλλάζει. Ο φυσικός χώρος γίνεται ένα όριο, ο άνθρωπος κοιτάζει γύρω του και βάζει περιφράξεις, ορίζει∙ η γη αποκτά σιγά-σιγά χρηστική αξία, γίνεται τόπος και τοπογραφία. Εκείνο που έβρισκε σε άγρια μορφή χωρίς δυσκολία, το σιτάρι, το κριθάρι κι άλλα δημητριακά και όσπρια, τώρα θέλει να τα τιθασεύσει. Το ίδιο θα κάνει και για τα ζώα. Δεν τα κυνηγά, τα εξημερώνει, δηλαδή τα μεγαλώνει ο ίδιος, αφού τα φυλακίσει, έχοντας σκοπό να τα βάλει να δουλεύουν γι’ αυτόν, τα εκπαιδεύει, τα χρησιμοποιεί στις μετακινήσεις και βέβαια τα τρώει. Ο κόσμος πλέον ανήκει σε κάποιους. Με αυτή που αρχαιολογικά ονομάστηκε «νεολιθική» εποχή, ξεκινάει η γεωργία και η κτηνοτροφία.

Πολλοί θέλησαν να την ερμηνεύσουν και να φανερώσουν τα αίτια που την προκάλεσαν και μάλιστα ονόμασαν την φάση αυτή «νεολιθική επανάσταση». Έφερε, πράγματι, μια μεγάλη αλλαγή, την απαρχή του πολιτισμού. Άλλοι την απέδωσαν στο φυσικό περιβάλλον, με την έννοια ότι σε κάποιες περιπτώσεις ήταν κατάλληλο για καλλιέργεια, δίνοντας το κίνητρο για την αλλαγή. Σίγουρα, αυτή ήταν σταδιακή και σε κάποιες περιοχές πήρε πολλά χρόνια, ίσως προέκυψε και με τυχαίο τρόπο ή με την παρατήρηση του κύκλου της ζωής. Κάποιοι μάλιστα πιστεύουν ότι η εμφάνιση της γεωργίας ακολούθησε τη συνειδητοποίηση του ανθρώπου ότι μπορεί να ελέγξει τη γη, αφού πρώτα εμφάνισε τη θρησκεία ορισμένων θεοτήτων.

Το κλίμα της περιοχής της Σαχάρας άρχισε να μεταβάλλεται γύρω στην 10η χιλιετία, δημιουργώντας βοσκοτόπια και ποτάμια. Έτσι, μεγάλες εκτάσεις γης έγιναν εύφορες. Οι Ατέριοι, λαοί του βορρά, άρχισαν να κατεβαίνουν προς τα εκεί, ενώ λαοί της κεντροδυτικής Αφρικής να ανεβαίνουν προς τη Σαχάρα. Έτσι, συγκεντρώθηκαν διαφορετικοί πληθυσμοί, που αντήλλασσαν ιδέες και αγαθά, με αποτέλεσμα να εξελιχθούν τα εργαλεία κι οι τεχνικές τους κι η Σαχάρα να γίνει κοιτίδα των αλλαγών. Οι μεταβολές αυτές επηρέασαν και τη νοοτροπία των ανθρώπων, που οδηγήθηκαν στους δρόμους του πολιτισμού. Το θέμα αυτό είναι ιδιαίτερο ενδιαφέρον και βέβαια χωρίς καμία οριστική απάντηση. Πολλοί προφανώς κι όχι ένας ήταν οι λόγοι που ο κόσμος άλλαξε.

Στην Αφρική, γύρω στο 16.000 Π.χ., από τους λόφους της Ερυθράς θάλασσας μέχρι τα βορειότερα υψίπεδα της Αιθιοπίας, άρχισαν να συλλέγονται για φαγητό ξηροί καρποί, χόρτα και βολβοί. Μεταξύ 13.000 και 11.000 Π.χ., συλλέγονταν άγριοι σπόροι, μια συνήθεια που εξαπλώθηκε στη δυτική Ασία, όπου αυτοί του κριθαριού και του σιταριού τίθενται σε διαδικασία καλλιέργειας. Μεταξύ 10.000 και 8000 Π.χ., στη βορειοανατολική Αφρική καλλιεργούν σιτάρι και κριθάρι και αυξάνεται ο αριθμός των προβάτων και των βοοειδών με προέλευση τη νοτιοδυτική Ασία. Μια υγρή κλιματολογική φάση στην Αφρική μετέτρεψε τα υψίπεδα της Αιθιοπίας σε ένα ορεινό δάσος. Ομάδες που μιλούσαν μία κοινή γλώσσα, όπως οι ομοτικοί ομιλητές[1] και οι κουσιτικοί (Cushitic)[2], όπως και στις στέπες και τις σαβάνες της Σαχάρας και του Σαχέλ, οι ομιλητές της γλωσσικής ομάδας της Σαχάρας της περιοχής του Νείλου εξημέρωσαν τοπικές ποικιλίες φυτών και ζώων μεταξύ 8.000 και 3.000 Π.χ.

Αργότερα, διέθεταν και οικόσιτα ζώα. Οι άνθρωποι άρχιζαν πλέον να τα παγιδεύουν σε άγρια κατάσταση και να τα κρατούν φυλακισμένα σε κυκλικούς αγκαθωτούς φράχτες. Ξεκίνησαν ακόμη την παραγωγή πήλινων αγγείων σε πιο «μαζικό» ρυθμό, με την έννοια ότι έφτιαχναν μεγαλύτερες ποσότητες και τυποποιούσαν σταδιακά τη μορφή τους. Το ψάρεμα με την χρήση οστών για τη μύτη των καμακιών, που υπήρχε και πριν, έγινε μια σημαντική δραστηριότητα στα πολυάριθμα ρέματα και τις λίμνες που σχηματίζονταν με τις αυξημένες βροχές.

Στη Δυτική Αφρική, η υγρή φάση έφερε την επέκταση του τροπικού δάσους και της δασικής σαβάνας από τα όρια της σημερινής Σενεγάλης ως αυτά του Καμερούν. Μεταξύ 9000 και 5000 Π.χ., οι ομιλητές των γλωσσικών ομάδων του Νίγηρα και του Κονγκό παρήγαν τις δικές τους τοπικές παραλλαγές φυτών, μεταξύ των οποίων και η κόλα (η καφεΐνη του φυτού αυτού χρησιμοποιήθηκε και έδωσε το όνομα στα αναψυκτικά τύπου κόλα). Καθώς τα περισσότερα από τα φυτά αναπτύχθηκαν στο δάσος, εφηύραν τσεκούρια (πελέκεις) με λιασμένη πέτρα για την εκκαθάριση των δασών. Για πρώτη φορά, στη λεγόμενη νεολιθική εποχή, όχι μόνο στην Αφρική αλλά και στην Ασία και την Ευρώπη, έφερε και την αποψίλωση μεγάλων δασικών εκτάσεων, την πρώτη δηλαδή καταστροφική επέμβαση του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον.

Τα περισσότερα μέρη της νοτίου Αφρικής, ωστόσο, κατοικούνταν από φυλές πυγμαίων και Khoe-San, που ασχολούνταν με το κυνήγι και την τροφοσυλλογή και δημιούργησαν μερικά απ’ τα παλαιότερα είδη έργων τέχνης από πέτρα. Οι φυλές αυτές έμειναν για καιρό στην νομαδική φάση, ακόμη κι όταν η υπόλοιπη Αφρική πέρασε στον πολιτισμό.

Ακριβώς πριν από την ερημοποίηση της Σαχάρα, οι κοινότητες που αναπτύχθηκαν νότια της Αιγύπτου, στο μέρος που σήμερα είναι το Σουδάν, συμμετείχαν πλήρως στη «νεολιθική εποχή» και έζησαν σε έναν ημι-νομαδικό τρόπο ζωής, με οικόσιτα φυτά και ζώα. Έχει προταθεί ότι τα μεγαλιθικά μνημεία, που βρέθηκαν στο Nabta Playa είναι δείγματα της πρώτης γνωστής αρχαίας αστρονομικής συσκευής στον κόσμο, προγενέστερης του Stonehenge κατά 1.000 χρόνια. Η κοινωνική και πολιτισμική πολυπλοκότητα που παρατηρείται στο Nebta Playa και εκφράζεται από διαφορετικά επίπεδα εξουσίας μέσα στην κοινωνία έχει γίνει η υπόθεση ότι αποτελεί τη βάση για τη δομή τόσο της νεολιθικής κοινωνίας του Nabta, όσο και του Παλαιού Βασιλείου της Αιγύπτου. Η κουλτούρα των Naqada, νότια της Αιγύπτου, ήταν παρόμοια πολιτιστικά και εθνοτικά με αφρικανούς της υποσαχάριας Αφρικής, όπως οι κουλτούρες βόρεια της Αιγύπτου είχαν εκτενείς δεσμούς και συνδέσεις με την Ανατολική Μεσόγειο (Levant). Η ένωση αυτών των κουλτουρών θα πρέπει να ξεκίνησε αργότερα, κατά τη δυναστική περίοδο της αρχαίας Αιγύπτου.

Γύρω στο 5.000 Π.χ. η Αφρική πέρασε σε μια ξηρή φάση και το κλίμα της περιοχής της Σαχάρα σταδιακά γινόταν όλο και ξηρότερο. Ο πληθυσμός ξεκίνησε ένα οδοιπορικό από την περιοχή της Σαχάρα προς όλες τις κατευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένης και της περιοχής κατά μήκος της κοιλάδας του Νείλου, κάτω από τον δεύτερο καταρράκτη, όπου έκαναν μόνιμους ή ημί-μόνιμους οικισμούς. Μια σημαντική κλιματική κρίση μείωσε τις ισχυρές βροχοπτώσεις στην κεντρική και ανατολική Αφρική. Από τότε, επικράτησαν οι ξηρές συνθήκες στ’ ανατολικά τμήματα της ηπείρου.

Αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών ήταν πως οι μικρότερες ομάδες συνενώθηκαν σε μεγαλύτερες. Ακόμη, δεν μπορούμε να μιλάμε για πόλεις, αλλά για ευρύτερες κοινότητες –ουσιαστικά κοινωνίες–, που ενώνουν τις δυνάμεις τους, για να μοιραστούν τη δουλειά. Πλέον η απόκτηση τροφής απαιτεί κόπο και μάλιστα τώρα γεννιούνται οι πρώτες εξειδικεύσεις. Οι ρόλοι μοιράζονται και προκύπτουν τα αποθέματα τροφής. Στην εποχή του κυνηγιού δεν χρειαζόταν να αποθηκεύουν κρέας για μεγάλο χρονικό διάστημα, αφού εύρισκαν τροφή, όποτε επρόκειτο να την χρειαστούν. Τώρα, όμως, περισσεύει, άρα συγκεντρώνεται για το μέλλον, σαν ένα είδος κεφαλαίου και δύναμης. Επομένως, προκύπτει η ανάγκη διαχείρισής της και προφανώς και η πρώτη εξουσία που θα αναλάβει αυτή τη δουλειά. Κάποιοι συγκεντρώνουν περισσότερα και κάποιοι λιγότερα. Οπότε, η ανισότητα είναι αναπόφευκτη μαζί με την ιδιοκτησία. Νιώθουν την επίπλαστη ανάγκη να υπερασπιστούν την κατοχή γης και αποθεμάτων, να κάνουν πολέμους γι’ αυτά. Αναζητούν τρόπους να ισχυροποιηθούν εις βάρος των άλλων. Δε θ’ αργήσουν να αναζητήσουν τα όπλα, που θα τους δώσουν εξουσία και θα τους βοηθήσουν να επιβληθούν στους συνανθρώπους τους. Τα μέταλλα και η επεξεργασία τους θα τους δώσουν την απάντηση που ζητούσαν και θα εγκαινιάσουν μια νέα εποχή.

σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση

Σχετικά βιβλία:
Basil Davidson, Ιστορία της Αφρικής
Christopher Ehret, The civilizations of Africa: a history to 1800

————————————————-

[1] Omotic languages: οι ομοτικές γλώσσες είναι ένας κλάδος της αφροασιατικής οικογένειας, που μιλήθηκαν στην νοτιοδυτική Αιθιοπία. Για την αποδώσουν γραπτώς χρησιμοποιούν το αλφάβητο Ge’ez ή και το λατινικό. Συγκεντρώνει διαφορετικά στοιχεία και έχει σύνθετα τονικά συστήματα.

[2] Cushitic languages: είναι ένας κλάδος της αφρο-ασιατικής γλωσσικής οικογένειας, που ομιλείται κυρίως στο Κέρας της Αφρικής (Σομαλία, Ερυθραία, Τζιμπουτί και Αιθιοπία), καθώς και στην κοιλάδα του Νείλου (Σουδάν και Αίγυπτος) και σε μέρη των μεγάλων αφρικανικών λιμνών (Τανζανία και Κένυα). Ο κλάδος πήρε το όνομά του από τον βιβλικό ήρωα Cush, που έχει αναγνωριστεί παραδοσιακά ως ο πρόγονος των ομιλούντων αυτές τις συγκεκριμένες γλώσσες που χρονολογείται στα 947 Ν.χ. (την εποχή των λεγόμενων Χρυσών Λιβαδιών στην Αραβική Ιστορία).

Μουντιάλ-Αλάνα: 0-1

«Η εξουσία είναι πάντα ευτυχισμένη κάνοντας το ποδόσφαιρο φορέα μιας διαβολικής υπευθυνότητας για την αποβλάκωση των μαζών».
Ζαν Μποντριγιάρ
 
Η συζήτηση για το ποδόσφαιρο, σαν φαινόμενο, αναπόφευκτα περιστρέφεται γύρω από δύο θεματικές: α) από το ποδόσφαιρο σαν παιχνίδι που εφευρέθηκε από τον άνθρωπο για την ψυχαγωγία, την επικοινωνία και την άσκηση του και β) από το ποδόσφαιρο ως εργαλείο επιβολής και εξουσίας.Κάποιοι αναρωτιούνται γιατί ένα τσούρμο άνθρωποι κυνηγάνε μια μπάλα, άλλοι πάλι βλέπουν το ποδόσφαιρο ως μέσω εκτόνωσης και φυγής από την δύσκολη καθημερινότητα και για άλλους είναι η πραγματικότητα τους. Υπάρχουν και άλλοι που μέσω του ποδοσφαίρου ελέγχουν, αποκτούν εξουσίες και χρήματα και άλλοι που πρόθυμα εξουσιάζονται, αλλά στην εικονική πραγματικότητα του ποδοσφαίρου φαντάζουν ελεύθεροι και δυνατοί. Υπάρχουν και αυτοί που το ποδόσφαιρο έχει μια θέση στην καρδιά τους, γιατί συμβολίζει τα παιδικά τους χρόνια και όνειρα που έκαναν στην αλάνα, με τα ματωμένα γόνατα και τις λερωμένες μπλούζες και θεωρούν ότι μόνο ως τέτοιο μπορεί να υφίσταται.

Το παράξενο με το ποδόσφαιρο είναι ότι δεν μπορεί να μπει στην άκρη. Με τον ένα ή τον άλλον τρόπο θα υπάρχει και θα παίζει ένα ρόλο, κάποιες φορές αμελητέο και κάποιες άλλες καθοριστικό. Μπορεί κάποιος να μην ασχολείται με το ποδόσφαιρο, αλλά να μην μπορεί να κλείσει μάτι από τις φωνές τού γείτονα και κάποιος άλλος να αναβάλει την τάδε προγραμματισμένη εκδήλωση λόγω ποδοσφαίρου και μη προσέλευσης του κόσμου.

Ακόμα και πόλεμοι συνδέθηκαν κατά κάποιο τρόπο με το ποδόσφαιρο. Δύο χαρακτηριστικές τέτοιες περιπτώσεις είναι ο πόλεμος του Ελ Σαλβαδόρ και της Ονδούρας και εκείνη μεταξύ Σερβίας και Κροατίας. Σίγουρα, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις η αιτία δεν ήταν οι ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις μεταξύ των ομώνυμων εθνικών ομάδων, αλλά ήταν τα πρώτα γενικευμένα επεισόδια που σκιαγραφούσαν την υποβόσκουσα κοινωνική πραγματικότητα. Ένα τέτοιο πρόσφατο παράδειγμα είναι και αυτό σε ποδοσφαιρικό αγώνα τον Φεβρουάριο του 2012 στην πόλη Πορτ Σάιντ της Αιγύπτου λίγο μετά την πτώση του Μουμπάρακ. Στον συγκεκριμένο ποδοσφαιρικό αγώνα εβδομήντα τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν και τουλάχιστον 1.000 τραυματίστηκαν όταν επεισόδια ξέσπασαν μεταξύ οπαδών του Μουμπάρακ και των Αδελφών Μουσουλμάνων. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η εξουσία έχει συνδεθεί με το ποδόσφαιρο και το χρησιμοποιεί για τα δικά της συμφέροντα, καθώς και ότι ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου μπορεί να είναι μικρογραφία μιας υπάρχουσας κοινωνικής κατάστασης.

 

Οι πρόγονοι του σύγχρονου ποδοσφαίρου

Κατά την αρχαιότητα στην Κίνα, στην Ρώμη, στην Αθήνα αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές υπήρχαν παιχνίδια με μπάλα που έμοιαζαν με αυτό που σήμερα αποκαλούμε ποδόσφαιρο. Βέβαια, είναι αρκετά επίφοβο να μπορούμε να έχουμε άμεση ιστορική συσχέτιση εκείνων των παιχνιδιών με την σημερινή μορφή του ποδοσφαίρου.

Στην Κίνα του 11ου Π.χ.1 αιώνα ήταν διαδεδομένο το Τσου-Κου το οποίο παίζονταν με μπάλα γεμισμένη από τρίχες. Την μπάλα την κλωτσούσαν προς ένα τέρμα από μπαμπού πίσω από το οποίο υπήρχε δίχτυ. Το Τσου-Κου τον 5ο αιώνα Π.χ. χρησιμοποιήθηκε για την εκπαίδευση των κινέζων στρατιωτών.

Στον αρχαίο ελλαδικό χώρο ένα παιχνίδι με μπάλα που παιζόταν με τα πόδια ήταν και ο Επίσκυρος. Το παιχνίδι είχε πάρει την ονομασία του από τις πέτρες που οριοθετούσαν την περιοχή του παιχνιδιού, τις λεγόμενες σκύρες. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες είχαν το Harpastum, που και αυτό επίσης παιζόταν με μπάλα και ήταν ιδιαίτερα σκληρό. Τέλος οι Αζτέκοι είχαν το Τλάχτλι. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα παιχνίδια με μπάλα ανά τον κόσμο είχε θρησκευτικό και πολιτικό χαρακτήρα. Για το λόγο αυτό το γήπεδο ονομάζονταν δικαστήριο και ήταν χτισμένο πάντοτε δίπλα σε ναό. Η μπάλα του Τλάχτλι ήταν από καουτσούκ και ζύγιζε περίπου εννέα κιλά. Οι παίχτες φορούσαν προστατευτικά για να αποφύγουν τους μώλωπες που θα τους έκανε η μπάλα χτυπώντας επάνω τους. Ο σκοπός του παιχνιδιού ήταν να περαστεί η μπάλα από ένα κατακόρυφο πέτρινο στεφάνι, που ήταν όχι πολύ ψηλά στον τοίχο, χρησιμοποιώντας όλα τα μέλη του σώματος εκτός από τα πέλματα και τις παλάμες.

Το παιχνίδι συμβόλιζε την μάχη του φωτός με την νύχτα και οι δύο ομάδες συμβόλιζαν αντίστοιχα το φως ή το σκοτάδι, η μπάλα συμβόλιζε τον ουρανό και το στεφάνι την ανατολή ή την δύση (ανάλογα με τον νικητή). Επίσης το παιχνίδι εχρησιμοποιείτο και ως μέσω για την επίλυση διαφορών μεταξύ χωριών και φυλών. Υπάρχουν πληροφορίες που θέλουν τους παίχτες ή τους αρχηγούς τής ηττημένης ομάδας να χάνουν το κεφάλι τους ως θυσία ή ως μέσω για την επίλυση της διαφοράς.

Στο μεσαίωνα τα παιχνίδια με μπάλα εξέφραζαν το ανταγωνισμό μεταξύ φατριών, πόλεων και χωριών. Το ποδόσφαιρο ακόμα δεν είχε ενοποιημένους κανόνες με αποτέλεσμα κάθε περιοχή να είχε τους δικούς της. Κάθε παιχνίδι ποδοσφαίρου στο μεσαίωνα ήταν μια μικρή κοινωνική σύρραξη με αποτέλεσμα να καταλήγει σε οδομαχίες, αφήνοντας πίσω του πολλά κατάγματα, μώλωπες ακόμα και θανάτους. Για το λόγο αυτό οι κατά τόπους εξουσιαστές στην Ευρώπη δεν έβλεπαν το ποδόσφαιρο με καλό μάτι, φοβούμενοι την ανεξέλεγκτη διάσταση που θα μπορούσε να λάβει ένα τέτοιο άγριο παιχνίδι και προσπαθούσαν κατά καιρούς να το απαγορέψουν. Μια τέτοια διαταγή ήταν και αυτή του συμβουλίου των γερόντων της Πίζας το 1030 όπου απαγόρευσε το ποδόσφαιρο στην πλατεία της Μητρόπολης. Οι παραβάτες τιμωρούνταν με αυστηρότατες ποινές. Στην Βρετανία ο βασιλιάς Ερρίκος Β΄ (1154-1189)2 φοβούμενος ανεξέλεγκτες κοινωνικές αναταραχές με αφορμή το ποδόσφαιρο απαγόρευσε την διεξαγωγή αγώνων στην επικράτειά του. Προβλήματα φαίνεται πως δημιούργησε και στον βασιλιά Εδουάρδο Β΄ (1307-1327) όπου γύρω στο 1314 Μ.χ. καθώς έβλεπε τον στρατό που προσπαθούσε να δημιουργήσει για επιδρομή στην Σκωτία να σπαταλά την ενέργεια του στο ποδόσφαιρο, αλλά και φοβούμενος τις εξεγέρσεις που θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου, αποφασίζει να φυλακίζει όσους παίρνουν μέρος σε αγώνες ποδοσφαίρου. Οι διώξεις συνεχίστηκαν και επί της βασιλείας του Ερρίκου Δ΄ (1399-1413) και του Ερρίκου Η΄ (1509-1547), όπου μάλιστα ψηφίστηκαν ακόμα ποιο σκληροί νόμοι κατά του ποδοσφαίρου. Την πολεμική κατά του ποδοσφαίρου διατήρησε και η Ελισάβετ Α΄ (1558-1603) με εβδομαδιαίες φυλακίσεις στους ποδοσφαιριστές.

Η ενοποίηση του ποδοσφαίρου

Οι Άγγλοι βασιλείς που για αιώνες εναντιώθηκαν στο ποδόσφαιρο δεν είχαν αντιληφθεί ότι ο ποιο αποδοτικός τρόπος καταστολής είναι η υιοθέτηση, κάτι το οποίο η σημερινή κυριαρχία γνωρίζει καλά. Το ποδόσφαιρο μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα ακόμα και στην Βρετανία, διέφερε από περιοχή σε περιοχή πόσο μάλιστα από χώρα σε χώρα. Η ενοποίηση των κανόνων του ποδοσφαίρου ήρθε με την δημιουργία της Fédération Internationale de Football Association (Διεθνής Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου) το 1904. Από εκεί και ύστερα το ποδόσφαιρο ελέγχεται κεντρικά από αυτή την μεγάλη ομοσπονδία που κατακερματίζεται σε μικρότερες ανά ήπειρο και χώρα. Ο ρόλος βιτρίνα της FIFA είναι ότι ορίζει τους κανονισμούς για το ποδόσφαιρο και μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις που αφορούν το παιχνίδι, αλλά ο κυρίαρχος ρόλος είναι ότι μπορεί να διαχειρίζεται τεράστια οικονομικά ποσά από πολυεθνικές, να παίρνει μίζες για να αποφασίσει σε ποια χώρα θα πάει η επόμενη μεγάλη διοργάνωση, για το ποιος χορηγός θα αναλάβει, για το ποιος θα κατασκευάσει τα γήπεδα κλπ. Χαρακτηριστικά θα μπορούσε να αναφερθεί ο χρηματισμός στελεχών της FIFA από αξιωματούχο του Κατάρ με 5 εκατομμύρια δολάρια για να επιλεγεί το Κατάρ ως η διοργανώτρια χώρα του μουντιάλ του 2022, καθώς και η μίζα 40 εκατομμύριων δολαρίων από τον πρόεδρο της Βραζιλιάνικης ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας για εξασφάλιση δικαιωμάτων μάρκετινγκ. Εκτός από τις μίζες υπάρχουν και τα καθαρά έσοδα από το Μουντιάλ της Βραζιλίας που υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν τα 5 δις χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν τα έσοδα από τους χορηγούς που θα διπλασιάσουν το ποσό.

Από την άλλη, για την διοργάνωση του μουντιάλ 250.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί βίαια από τις περιοχές όπου ζούσαν για να ανεγερθούν ποδοσφαιρικά γήπεδα και αυτοκινητόδρομοι, η αστυνομία έχει αναλάβει να καθαρίσει τις πόλεις από αστέγους, τοξικομανείς, πόρνες και ο,τιδήποτε άλλο θα μπορούσε να χαλάσει την βιτρίνα του μουντιάλ, ενώ τον τελευταίο χρόνο εκατοντάδες είναι οι άστεγοι που έχουν δολοφονηθεί. Γύρω από το μουντιάλ έχει στηθεί ένας τεράστιος οικονομικό-πολιτικός μηχανισμός που μόνο ποδόσφαιρο δεν θυμίζει και αποτελείται από τηλεοπτικά δικαιώματα, σπόνσορες και στοιχήματα. Επίσης υπάρχουν και τα διάφορα κυκλώματα πορνείας και ναρκωτικών που περιμένουν να κερδίσουν και αυτά με τον τρόπο τους από την διοργάνωση. Ευτυχώς διαψεύστηκαν όσοι πίστεψαν ότι το Μουντιάλ στην Βραζιλία θα μπορούσε να κρύψει και να επισκιάσει τα προβλήματα εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν σε άθλιες συνθήκες. Ο κόσμος στην Βραζιλία βγαίνει στους δρόμους παρά την τεράστια καταστολή και συγκρούεται καθημερινά με τους μπάτσους. Για το λόγο αυτό ο ρόλος της FIFA, όπως και αυτός των περιφερειακών ομοσπονδιών είναι συγκεκριμένος και εντάσσεται στα πλαίσια της υποδούλωσης με εργαλείο ένα δημοφιλές παιχνίδι.

Η ίδια λογική επικρατεί και στις περιφερειακές ποδοσφαιρικές ομοσπονδίες ανά ήπειρο και χώρα όπου τα οικονομικά ποσά που διακινούνται και η διαπλοκή είναι τεράστια. Στον ελλαδικό χώρο τα πράγματα είναι πασιφανέστατα. Το προεδριλίκι σε μια δημοφιλή ομάδα μπορεί να αποφέρει στον πρόεδρο εκτός από πολλά χρήματα και ακόμη περισσότερη εξουσία. Ο πρόεδρος σε μια δημοφιλή ομάδα μπορεί να αποκτήσει έναν ιδιότυπο στρατό και να τον χρησιμοποιεί όταν το θεωρήσει αναγκαίο, όπως σε «θελήματα» που διευκολύνουν προσωπικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες ή πολιτικές επιδιώξεις. Ο Μπέος στον Βόλο εκμεταλλευόμενος το προεδριλίκι του στην ποδοσφαιρική ομάδα του Ολυμπιακό Βόλου εξελέγη δήμαρχος. Τι και αν για δεκαετίες έστηνε παιχνίδια και φούσκωνε η τσέπη του, τι και αν οδηγήθηκε στην φυλακή για το λόγο αυτό, τι και αν τραμπούκιζε και εκβίαζε όποιον έλεγε κάτι εναντίον του, βάζοντας μπροστά τους μπράβους του; Όλα τα παραπάνω δεν έχουν καμία σημασία, παρά μόνο ότι είναι πρόεδρος και σαν πρόεδρος έχει πιστούς υπηκόους. Η τεχνική της προβατοποίησης στις δόξες της.

Από την άλλη ο Πειραιάς έχει για δήμαρχο τον αντιπρόεδρο του Ολυμπιακού Γιάννη Μώραλη και το δημοτικό συμβούλιο θυμίζει διοικητική συνέλευση του Ολυμπιακού: Βαγγέλης Μαρινάκης (πρόεδρος του Ολυμπιακού), Πέτρος Κόκκαλης (πρώην πρόεδρος του Ολυμπιακού), Ειρήνη Νταϊφά (κόρη πρώην προέδρου του Ολυμπιακού), Αντώνης Νικοπολίδης (πρώην ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού), Γιώργος Σιγάλας (πρώην μπασκεμπωλίστας του Ολυμπιακού).

Τα δύο αυτά παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά για να πιστέψει κάποιος ότι η κυριαρχία μπορεί να ψυχανεμιστεί τις εκάστοτε τάσεις και ανάλογα να συνεχίσει το κυριαρχικό της έργο. Στην προκειμένη ο Μπέος, ο Μώραλης και ο Μαρινάκης στην συνείδηση του κόσμου εκφράζουν μια δήθεν απολιτική και ακομμάτιστη αλλαγή που χρειάζεται το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Οπότε τα συγκεκριμένα πρόσωπα λόγω της αναγνωρισιμότητας που είχαν εξ αιτίας της ποδοσφαιρικής τους εμπλοκής ήταν κατάλληλα για τις σημερινές εγχώριες εξουσιαστικές ανάγκες. Επίσης θα πρέπει να αναφερθεί, σε όσους συνεχώς πέφτουν από τα σύννεφα, ότι πρόσωπα τύπου Μπέου και Μαρινάκη δεν διαφέρουν από πρόσωπα που επαγγελματικά και οικογενειακά ασχολούνται με την πολιτική, απλά πλέον οι θύρες της πολιτικής έχουν ανοίξει και για μη επαγγελματίες πολιτικούς, που όμως θα κάνουν την ίδια και χειρότερη δουλειά.

Η εξουσία, λοιπόν, έχει τυλίξει το ποδόσφαιρο τόσο σφιχτά και πυκνά όπου μετά βίας αναγνωρίζεται ως παιχνίδι. Η μπάλα δεν είναι φουσκωμένη με αέρα αλλά με πανάκριβα συμβόλαια παιχτών, με στημένους αγώνες για την αποκομιδή χρημάτων, με μίζες, χορηγούς και ξέπλυμα χρήματος και όλα αυτά στηριζόμενα από ένα εξαπατημένο κοινό που κρατιέται για ασφάλεια αποχαυνωμένο στις κερκίδες και στις οθόνες.Ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι που διεξάγεται στην αλάνα ή στο γηπεδάκι της γειτονιάς δεν χρειάζεται τίποτα από τα παραπάνω και έχει πολλά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το κάνουν να ερωτοτροπεί με την αναρχία. Οι κανόνες ποτέ δεν είναι ίδιοι, διαμορφώνονται ανάλογα με την περίπτωση και τις ανάγκες του παιχνιδιού, ακόμα και εν μέσω παιχνιδιού και δε τηρούνται ποτέ με ευλάβεια. Οι ομάδες ποτέ δεν είναι ίδιες και διαμορφώνονται κάθε φορά νέες ανάλογα με την προσέλευση. Ο διαιτητής είναι άγνωστη λέξη και οι διαφορές λύνονται στο επί τόπου, οι άλυτες διαφορές μπορεί να τερματίσουν το παιχνίδι. Ο κανονικός χρόνος λήξης του παιχνιδιού δεν υπάρχει. Σχεδόν πάντα ο λογαριασμός των γκολ είναι αμφισβητούμενος. Και το ευφυέστερο: Ακόμα και η έννοια του νικητή είναι διττή. Νικητής τις περισσότερες φορές χρίζεται αυτός που θα πετύχει το τελευταίο γκολ, άσχετα εάν σε όλο τον αγώνα δεν έχει πετύχει κανένα. Με αυτό τον τρόπο οποιαδήποτε ομάδα μπορεί να κερδίσει ένα αγώνα, αλλά αυτό δεν εμποδίζει την αντίπαλη ομάδα να θεωρείται η ίδια νικήτρια. Για τους παραπάνω λόγους θα είμαστε με το παιχνίδι της αλάνας, όπου μας επιτρέπει να ονειρευόμαστε όπως τα μικρά παιδιά, ελεύθερα ανεξούσια και άναρχα.

Ελευθερόκοκκος

1. Όπου Π.χ. και Μ.χ. διάβασε παλαιότερη και μετέπειτα χρονολογία
2. Σε παρένθεση αναφέρονται οι περίοδοι που ήταν στην εξουσία.

Από την Αναρχική Εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.140, Ιούλιος-Αύγουστος 2014.

H Εξέργεση των Ζηλωτών (1342-1349)

Μια σημαντική στιγμή των κοινωνικών αγώνων, είναι η εξέγερση των Ζηλωτών και η κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Οι φτωχοί της πόλης δημιούργησαν την κομμούνα της Θεσσαλονίκης κι απέδειξαν –και τότε– πως μπορούν. Οι δυνάμεις της κυριαρχίας έπεσαν επάνω στους εξεγερμένους προκειμένου να τους συντρίψουν. Η επτάχρονη διάρκειά της αντιμετώπισε μια διαρκή πολιορκία από τις δυνάμεις των ευγενών και των τούρκων συμμάχων του αυτοκράτορα. Σε κάθε πόλη, σε κάθε εποχή (Κομμούνα της Θεσσαλονίκης, Παρισινή Κομμούνα κ.α.) η ιερά συμμαχία των εξουσιαστών συσπειρώνεται αποδεικνύοντας την απόλυτη εχθρότητα της απέναντι στους ανθρώπους.

 

«Μόλις εκδηλώθηκε η ρήξη μεταξύ της χήρας Αυτοκράτειρας Άννας της Σαβοΐας και του Ιωάννη του Καντακουζηνού, ο πληθυσμός της Αυτοκρατορίας διαιρέθηκε σε δύο στρατόπεδα. Στο ένα ανήκαν οι ευγενείς, υποστηριχτές του αρχηγού τους –του Καντακουζηνού– και στο άλλο ο λαός, ο οποίος κρατούσε μια ολοφάνερα εχθρική στάση απέναντί τους.

Ο Καντακουζηνός, μόλις είχε αυτοανακηρυχθεί Αυτοκράτορας, υπό την πίεση των γεγονότων και του κόμματός του. Γνωστοποιώντας την άνοδό του στο θρόνο στους κατοίκους των πόλεων, τους προέτρεπε μέσω των επιστολών του να μην αναγνωρίσουν καμία άλλη εξουσία πλην της δικής του. Όμως οι προσταγές του δεν έτυχαν της ίδιας αντιμετώπισης σε όλη την επικράτεια. Αν και οι ευγενείς τις αποδέχθηκαν με επευφημίες, ο λαός αντιθέτως δεν ήθελε να τις αποδεχθεί. Η κατάσταση ήταν σε τέτοιο βαθμό τεταμένη, που το παραμικρό μπορούσε άμεσα να επισπεύσει σοβαρά γεγονότα. Πράγμα το οποίο και έγινε.

Στην Αδριανούπολη οι ευγενείς υποδεχόμενοι μ’ ενθουσιασμό τις επιστολές του Καντακουζηνού, συγκάλεσαν την εκκλησία του δήμου για να αναγνώσουν δημοσίως την επιστολή. Ο δήμος, όμως, κρατούσε μια εχθρική στάση. Ορισμένοι εκπρόσωποί του μάλιστα τόλμησαν να πάρουν το λόγο μέσα στο συγκεντρωμένο πλήθος και να επιτεθούν στον Καντακουζηνό. Όμως οι ευγενείς, γελοιοποιώντας τους, έλαβαν πολύ αυστηρά μέτρα εναντίον τους. Διέταξαν να τιμωρηθούν με μαστίγωση όσοι απ’ το πλήθος είχαν καταφερθεί πιο έντονα κατά των συμφερόντων του Αυτοκράτορα που σφετερίστηκε το θρόνο.

Το γεγονός αυτό ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η άδικη και βάρβαρη αυτή τιμωρία εξόργισε στο μέγιστο βαθμό τον δήμο. Ξέσπασε εξέγερση· οι ευγενείς κυνηγήθηκαν, φυλακίστηκαν και οι περιουσίες τους δημεύτηκαν. Έτσι οι φτωχοί, κατάφεραν να πάρουν στα χέρια τους την διοίκηση της πόλης.

Το παράδειγμα των κατοίκων της Αδριανούπολης βρήκε παντού μιμητές –διότι όπως είδαμε οι φτωχοί εχθρεύονταν τους ευγενείς και τους πλούσιους, τόσο στην επαρχία όσο και στην Κωνσταντινούπολη και παντού η απόπειρα του Καντακουζηνού ν’ αποκληρώσει τον Ιωάννη τον Ε΄ και να σφετεριστεί τον θρόνο κατακρίθηκε σε μεγάλο βαθμό.

Η εξέγερση, κατά συνέπεια, εξαπλώθηκε αστραπιαία. Παντού ανατρεπόταν η αριστοκρατική τάξη, οι ευγενείς συλλαμβάνονταν και στέλνονταν μαζικά στην Κωνσταντινούπολη. Όσοι δεν εκδιώχθηκαν, δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να υπερασπιστούν τα συμφέροντα τους, καθώς αδυνατούσαν να εμπιστευθούν ακόμη και τους πιο οικείους τους, φοβούμενοι προδοσία. Όμως, πουθενά δεν έλαβε η εξέγερση τόσο σημαντικές διαστάσεις και δεν οργανώθηκε τόσο καλά όσο στην Θεσσαλονίκη. […] Ο λαός της πόλης, υπέφερε κάτω απ’ τον ζυγό των ευγενών, και δεν μπορούσε, φυσικά, να τους συνδράμει σε τούτη την κρίση, ούτε μπορούσε να βοηθήσει τον αρχηγό τους, τον Καντακουζηνό.

[…] Οι Ζηλωτές έλεγαν πως, καθώς ήταν αφοσιωμένοι στον αυτοκράτορα Ιωάννη, αδυνατούσαν ν’ αναγνωρίσουν την εξουσία του Καντακουζηνού, ο οποίος δεν μπορούσε να τους δίνει διαταγές για τίποτα. Ο τελευταίος δηλώνει πως αυτό δεν ήταν παρά μια πρόφαση· «στην πραγματικότητα είχαν εγκαθιδρύσει μια αυτόνομη εξουσία στην Θεσσαλονίκη». Το γεγονός αυτό αποδεικνύει, το ανεξάρτητο πνεύμα της διακυβέρνησής τους.

[…] Έτσι ο Καντακουζηνός έπρεπε να βασιστεί μόνο στους ευγενείς της πόλης και, ως κάποιο βαθμό, στην φρουρά, η οποία βρίσκονταν επίσης υπό τις διαταγές των ευγενών. Και όσον αφορά τη μεσαία τάξη, μάλλον αντιμετώπιζε περισσότερο ευνοϊκά τους Ζηλωτές και κρατούσε μια συνετή στάση αναμονής.

[…] Οι Ζηλωτές στις αρχές του καλοκαιριού του 1342, βλέποντας ότι ο Συναδηνός έπαιζε το παιχνίδι του Καντακουζηνού, προκάλεσαν μια στάση η οποία κατέληξε στον διωγμό του διοικητή και των οπαδών του. […] Οι καταπιεσμένοι πένητες, οι οποίοι ζητούσαν μια αφορμή μονάχα για ν’ αποτινάξουν το ζυγό τους, τους καταδίωξαν παντού. […]

Ο Συναδηνός κι ένας μεγάλος αριθμός ευγενών διέφυγαν βιαστικά. Οι εξεγερμένοι έφτασαν στην οικία του, κακομεταχειρίστηκαν και τραυμάτισαν ορισμένους υπηρέτες οι οποίοι προέβαλαν κάποια αντίσταση και την λεηλάτησαν. Έπειτα έφυγαν αναζητώντας άλλους ευγενείς. Πράγματι, πολλοί απ’ αυτούς, μη έχοντας προλάβει να διαφύγουν εγκαίρως, είχαν βρει καταφύγιο στα ιερά των εκκλησιών ή κρύβονταν όπου μπορούσαν.

[…] Λίγο αργότερα ο Ουμούρ μπέης φθάνει με εξήντα πλοία μονάχα και αγκυροβολεί στο λιμάνι του Κλοπά, το οποίο βρισκόταν εξήντα στάδια μακριά απ’ τη Θεσσαλονίκη. Η απόβαση των Τούρκων, των συμμάχων του Καντακουζηνού, έφερε κι άλλες σκηνές λεηλασιών και φόνων. Τα περίχωρα της πόλης καταστράφηκαν ολοκληρωτικά και οι κάτοικοι δολοφονήθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν ως σκλάβοι. Όμως, αυτό λίγο ενδιέφερε τον Καντακουζηνό και τους ευγενείς απ’ τη στιγμή που όλ’ αυτά χρησίμευαν στις φιλοδοξίες τους.

[…] Η πολιορκία της Βέροιας λύθηκε και ο Καντακουζηνός, αφού έλαβε ενισχύσεις απ’ τη Θεσσαλία και βοήθεια απ’ τον μουσουλμάνο σύμμαχό του, άρχισε την επίθεση. Έφθασε μπροστά στην Θεσσαλονίκη, την οποία πολιόρκησε για εφτά μέρες. Όμως οι Ζηλωτές είχαν λάβει όλα τ’ απαραίτητα μέτρα. Η πόλη φυλασσόταν καλά, γίνονταν τακτικές επιθεωρήσεις στα τείχη και παντού στους δρόμους, στις πλατείες και στα προπύργια δεν έβλεπες παρά στρατιώτες και ένοπλους πολίτες.

[…] Ο Ουμούρ μπέης για να διευκολύνει τη νικητήρια έκβαση έστειλε αντιπροσωπεία στους Ζηλωτές, καλώντας τους να παραδοθούν και υποσχόμενος ως αντάλλαγμα να ελευθερώσει τους χριστιανούς που είχε αιχμαλωτίσει ο στρατός του.

Ήταν μια έξυπνη κίνηση για να κερδίσει τους πολυάριθμους συγγενείς των αιχμαλώτων αυτών, που κατοικούσαν στην πόλη. Οι Ζηλωτές ένοιωσαν τον κίνδυνο. Δεν αποδέχθηκαν τους όρους αυτούς και αποφάσισαν να προβούν σε μια εντυπωσιακή κίνηση. Υποπτευόμενοι έναν ευγενή, συγγενή της οικογένειας των Παλαιολόγων ότι εξύφαινε συνωμοσία, τον έσυραν έξω απ’ την οικία του και τον εκτέλεσαν στην κεντρική πλατεία ως προδότη του έθνους.

[…]Το γεγονός ότι ο πληθυσμός της Θεσσαλονίκης τοποθετούνταν εχθρικά προς τον Καντακουζηνό και τους ευγενείς οφειλόταν στο ότι τους θεωρούσαν υπεύθυνους για όλα τα δεινά που είχαν υποστεί. Ορισμένοι θρηνούσαν συγγενείς που είχαν σφαγιαστεί ή αιχμαλωτιστεί απ’ τους Τούρκους. άλλοι είχαν δει μέσα σε μια μέρα να καταστρέφονται, την εξοχική τους κατοικία να λεηλατείται, να καίγεται, να καταστρέφεται συθέμελα. Επίσης, υπήρχε μια ομάδα χωρικών οι οποίοι είχαν κλειστεί μέσα στη πόλη μαζί με τα κοπάδια τους. Η τροφή δεν επαρκούσε για τα ζώα και οι ιδιοκτήτες τους τα έβλεπαν να πεθαίνουν κατά εκατοντάδες, ανήμποροι να κάνουν κάτι γι’ αυτό. Τα πτώματα στοιβάζονταν μολύνοντας τον αέρα, γεγονός το οποίο επέφερε τρομερές ασθένειες. Και ποιούς θεωρούσαν υπεύθυνους για όλ’ αυτά τα δεινά; Τους ευγενείς και τον αρχηγό τους, τον Καντακουζηνό.

Ακριβώς αυτή τη στιγμή οι πλούσιοι και οι ευγενείς, οι οποίοι υπέφεραν λιγότερο απ’ τους υπόλοιπους, συνωμοτούσαν επιθυμώντας ν’ ανατρέψουν τους Ζηλωτές!

[…] ο Τούρκος εμίρης έφυγε και, διασχίζοντας τη Θράκη, επέστρεψε στα εδάφη του. Παρ’ όλ’ αυτά άφησε έξι χιλιάδες άνδρες στον Καντακουζηνό, τόσο για να τον βοηθήσουν στις εκστρατείες του, όσο και για να λεηλατήσουν την περιοχή. Τα γεγονότα αυτά έλαβαν χώρα το φθινόπωρο του 1343.

[…] Ο Καντακουζηνός βλέποντας πως απείχε πολύ απ’ το να κατακτήσει την πόλη φεύγει κι αυτός για τη Θράκη, επιτρέποντας έτσι στους Θεσσαλονικείς να ζήσουν με περισσότερη ελευθερία.

Η Μακεδονία έπεσε τότε ολοκληρωτικά στα χέρια των Σέρβων, ενώ οι Βυζαντινοί συνέχιζαν να πολεμούν με την βοήθεια των Τούρκων και των Βούλγαρων και να μοιράζουν μεταξύ τους την υπόλοιπη αυτοκρατορία με άνισες προοπτικές. Η Θεσσαλονίκη μονάχα, απομονωμένη, παρέμενε σχεδόν ανεξάρτητη υπό την διακυβέρνηση των Ζηλωτών, οι οποίοι είχαν δηλώσει ότι δεν θα παραδίνονταν σε κανέναν (περί το 1344 με 1345).

[…] Γρήγορα τα πράγματα έγιναν και πάλι ταραχώδη στην Θεσσαλονίκη. Ενόσω ο Καντακουζηνός ανακηρυσσόταν Αυτοκράτορας στην Αδριανούπολη και η κατάσταση του έμοιαζε να βελτιώνεται μετά την δολοφονία του Απόκαυκου, καθώς η Θράκη και η Μακεδονία βρίσκονταν υπό την διακυβέρνησή του, οι ευγενείς της Θεσσαλονίκης προσπάθησαν με τη σειρά τους, το 1345, ν’ ανατρέψουν το κοινοτικό καθεστώς των Ζηλωτών.

Η ΣΦΑΓΗ ΤΩΝ ΕΥΓΕΝΩΝ ΤΟ 1345

[…] Ο Απόκαυκος, αφού είχε δολοφονήσει τον συν-άρχοντα του, πήρε την εξουσία στα χέρια του και τάχθηκε με το μέρος του Καντακουζηνού. Αποκατέστησε τους ευγενείς και φυλάκισε τους Ζηλωτές, τους οποίους έστειλε στον Πλαταμώνα και σε άλλες πόλεις για να τους φυλακίσουν· εξόρισε κι άλλους πολίτες τους οποίους υποπτευόταν ότι ήταν συμπαθούντες των Ζηλωτών. Παρά ταύτα μόλις ικανοποιήθηκε η φιλοδοξία του να γίνει ο μοναδικός άρχοντας στην πόλη, άλλαξε ξαφνικά στάση απέναντι στο κόμμα του Καντακουζηνού. Όντας τόσο φιλάργυρος, ώστε να καταχραστεί όσο το δυνατόν περισσότερο χρήμα, άρχισε να ζητά απ’ τους πλούσιους, τους οποίους κατηγορούσε ότι υποστήριζαν τα συμφέροντα του Καντακουζηνού. Οι πλούσιοι δεν μπορούσαν να υπερασπίσουν σε καμία περίπτωση τον εαυτό τους, διότι οι ίδιοι είχαν απερίσκεπτα εκδηλωθεί ήδη, στην συνομωσία κατά του Μιχαήλ Παλαιολόγου. Συνεπώς, πλήρωσαν τα ποσά που τους ζητήθηκαν χωρίς να διαμαρτυρηθούν. Έπειτα απ’ αυτό απαίτησε από ορισμένους απ’ αυτούς ν’ αλλάξουν στάση και να εγκαταλείψουν τον Καντακουζηνό. Όλες αυτές οι ενέργειες είχαν έναν και μόνο σκοπό: να δείξουν στον Αλέξιο τον Απόκαυκο, ο οποίος ζούσε ακόμη τότε, ότι δεν είχε εγκαταλείψει διόλου την πολιτική του.

Εκείνη τη στιγμή δολοφονούν τον Αλέξιο τον Απόκαυκο. Τότε ο Ιωάννης αλλάζει και πάλι στάση και δηλώνει οπαδός του Καντακουζηνού. Του προτείνει μάλιστα να του παραδώσει την Θεσσαλονίκη.

[…]Συγκάλεσε επί του προκειμένου μια συνέλευση, στην οποία προσκάλεσε τους πιο επιφανείς πολίτες καθώς και τους αρχηγούς της φρουράς, ώστε να πάρει μιαν απόφαση. Όλοι συμμερίζονταν τη άποψή του. Μεταξύ των παρευρισκομένων ήταν και κάποιος Γεώργιος Κοκαλάς ο οποίος, κατά τον Καντακουζηνό, είχε αλλάξει πολλές φορές γνώμη ανάλογα με τις εκβάσεις του εμφυλίου, ο οποίος όμως ήταν περισσότερο υποστηριχτής του και ο Ανδρέας Παλαιολόγος, ένας Ζηλωτής τον οποίον δεν είχαν ενοχλήσει, λόγω της μετριοπάθειάς του. Και αυτοί ενέκριναν τις αποφάσεις του κυβερνήτη έστω και με βαριά καρδιά.

Ο τελευταίος έθεσε σ’ εφαρμογή τις αποφάσεις αυτής της συνέλευσης, η οποία επιπλέον ήταν παράνομη, καθώς ο λαός είχε αποκλειστεί απ’ αυτήν. Ταυτόχρονα έστειλε τον Νικόλαο Καβάσιλα και τον Φαρμάκη στον Μανουήλ, γιο του Καντακουζηνού ο οποίος τότε κατείχε την Βέροια για να του ζητήσει στρατό. Ο Καντακουζηνός είχε προβλέψει τα γεγονότα αυτά και είχε εξουσιοδοτήσει τον γιο του να εκχωρήσει όλα τα προνόμια που θα ζητούσε η Θεσσαλονίκη με μόνο όρο να του παραδοθεί.

Οι Θεσσαλονικείς απεσταλμένοι ζήτησαν δύο πράγματα:
1ον ασυλία για την κοινότητα και
2ον να συνεχίσει να βρίσκεται στην εξουσία ο Ιωάννης ο Απόκαυκος, οι υπόλοιποι ευγενείς και οι αρχηγοί της φρουράς με ικανοποιητικές αποδοχές.

[…] Ο Ανδρέας Παλαιολόγος ήταν δυσαρεστημένος για διάφορους λόγους. Σε μια συνέλευση που έλαβε χώρα στην οικία του Απόκαυκου, πήρε το λόγο και με ζήλο πολέμησε τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί στην προηγούμενη συνέλευση. Κατάφερε μάλιστα να προκαλέσει σχίσμα μεταξύ των παρευρισκομένων και εκμεταλλευόμενος την γενική αναστάτωση, ξεγλίστρησε μ’ επιδεξιότητα. Οι αντίπαλοί του θορυβήθηκαν πολύ, αλλά δεν κατάφεραν να λάβουν μια οριστική απόφαση. Ο Παλαιολόγος, εκτιμώντας ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο αποφάσισε να προλάβει τα γεγονότα. Κατευθύνθηκε προς την μεριά της ναυτικής πύλης όπου κατοικούσαν οι ναυτικοί –το κομμάτι του πληθυσμού που φοβόντουσαν περισσότερο οι ευγενείς– οι οποίοι αντιστέκονταν πάντα κατά τη διάρκεια των στάσεων και απευθύνθηκε σ’ αυτούς. Ο Κοκάλας, απ’ τη μεριά του, δεν μπορούσε ούτε κι εκείνος ν’ αντέξει τη θέα του Ιωάννη του Απόκαυκου στη θέση του αρχηγού των πολιτικών υποθέσεων, εναντίον του οποίου έτρεφε πικρία για προσωπικούς λόγους και προέτρεπε τους διστακτικούς πολίτες να εξεγερθούν. Ο Ανδρέας Παλαιολόγος, απευθύνθηκε και στους Ζηλωτές, οι οποίοι κυκλοφορούσαν στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης, καθώς και σε όσους ήταν κρυμμένοι μέσα στην ίδια την πόλη. Εμφανίστηκαν όλοι εν ριπή οφθαλμού. Αμέσως σύσσωμος ο δήμος, ο οποίος έμοιαζε να κρατά εχθρική στάση απέναντι στους Ζηλωτές, όπως περιγράφει ο Καντακουζηνός, όταν κλήθηκε να τους υποστηρίξει έτρεξε, έτοιμος να κινηθεί κατά των ευγενών.

Παρ’ όλ’ αυτά τίποτα δεν ήταν τόσο καλά οργανωμένο, ώστε να θριαμβεύσουν οι Ζηλωτές^ και εάν ο Ιωάννης ο Απόκαυκος είχε κινηθεί με τους υποστηριχτές του και την φρουρά που είχε στην διάθεσή του –γύρω στα οχτακόσια άτομα– κατά των αντιπάλων του εκείνη τη στιγμή, θα τους είχε διαλύσει μ’ ευκολία. Όμως έχασε το χρόνο του σε διαπραγματεύσεις. Έστειλε τον Παλαιολόγο τον Κοτεανίτση, αρχηγό της φρουράς για να προτείνει συμβιβασμό. Ο τελευταίος πήγε στον χώρο όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένοι οι οπαδοί του Παλαιολόγου, αλλά δίχως να προλάβει να πει ούτε μια λέξη, οι Ζηλωτές οι οποίοι δεν ήθελαν ν’ ακούσουν τίποτα για ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, τον χτύπησαν. Χάρη στον δερμάτινο θώρακα που φορούσε κατάφερε να γλυτώσει χωρίς τραυματισμούς και διέφυγε προς το μέρος που βρισκόταν ο Απόκαυκος. Ο τελευταίος, μαθαίνοντας τι είχε συμβεί οργίστηκε και θέλησε να κινηθεί αμέσως κατά του Παλαιολόγου και των Ζηλωτών.

Εκείνη τη στιγμή μπορούσε ακόμη να το πετύχει, διότι ο πληθυσμός ήταν αναποφάσιστος. Όμως, ο Κοκάλας τον απέτρεψε συμβουλεύοντάς τον να περιμένει λίγο, καθώς, όπως έλεγε, η κοινή λογική θα θριάμβευε στις πράξεις του Παλαιολόγου.

Νύχτωσε. Ο Απόκαυκος, με το στρατό και τους υποστηριχτές του οπλισμένους είχαν στρατοπεδεύσει μπροστά στην Ακρόπολη, μέσα στην πόλη. Όλος ο πληθυσμός βρισκόταν σε τρομερή αναστάτωση.

Άκουγε κανείς τη κλαγγή των όπλων, τις κραυγές και έναν συνεχή συγκεχυμένο θόρυβο που μπερδευόταν με τα σαλπίσματα των τρομπετών, που δεν σταμάτησαν να ηχούν όλη τη νύχτα απ’ τη μεριά της θάλασσας. Οι ναύτες και οι Ζηλωτές καλούσαν έτσι τον λαό να πάρει τα όπλα και να στραφεί κατά των ισχυρών. Οι τελευταίοι με τη σειρά τους ήταν έτοιμοι να πολεμήσουν δίχως ν’ αγνοούν ούτε στο ελάχιστο τις διαθέσεις του πλήθους. Παρ’ όλ’ αυτά περίμεναν ότι κάποιο κομμάτι τουλάχιστον του λαού θα τασσόταν με το μέρος τους.

Την επομένη το πρωί, ο Ιωάννης ο Απόκαυκος και οι δικοί του, έχοντας πάρει κουράγιο, άρχισαν να κινούνται για να επιτεθούν στους αντιπάλους τους. Όμως ο Κοκάλας πρότεινε για μια ακόμη φορά συμβιβασμό. Μάλιστα ήταν ο ίδιος υπεύθυνος για τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων. Ήταν μια καλή ευκαιρία γι’ αυτόν να προδώσει τον αφέντη του. Όταν πηγαινοερχόταν στο στρατόπεδο των Ζηλωτών τους ενημέρωνε για τα γεγονότα στο στρατόπεδο των ευγενών, τους εμψύχωνε και τους προέτρεπε να εξεγερθούν. Κατάφερε μάλιστα να διαφθείρει και τους στρατιώτες του Απόκαυκου τους οποίους δέσμευσε να μην πολεμήσουν.

Ταυτόχρονα, ο πληθυσμός παίρνοντας επιτέλους μιαν απόφαση, τάχθηκε υπέρ των Ζηλωτών. Η σύγκρουση μεταξύ των δύο αντίπαλων μερών ήταν τότε αναπόφευκτη.

[…] το πλήθος έβαζε φωτιά στις πύλες της Ακρόπολης απ’ την εσωτερική πλευρά, την οποία δεν υπερασπιζόταν κανείς… Το πλήθος ξεχύθηκε στο εσωτερικό. Σκότωσε επί τόπου δύο ευγενείς οι οποίοι βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή μπροστά στις πύλες. Έπειτα, αιχμαλωτίζοντας τους υπόλοιπους άρχισε να τους ληστεύει. Ούτε και οι στρατιώτες, χάρη στους οποίους είχε αποφευχθεί μια σίγουρη αιματοχυσία, γλίτωσαν στην αρχή. Με την πρώτη ευκαιρία τους πήραν τ’ άρματα, τ’ άλογα, τα ενδύματα. Όμως ο Κοκάλας και ο Παλαιολόγος παρενέβησαν κι ό,τι ανήκε στους στρατιώτες τους επεστράφη αμέσως. Ο Ιωάννης ο Απόκαυκος και εκατό περίπου ευγενείς συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν μέσα στο ίδιο το κάστρο.

[…] Γύρω στο μεσημέρι της ίδιας μέρας, μαθεύτηκε στην πόλη το νέο –αληθές ή μη–, ότι οι φυλακισμένοι το ’χαν σκάσει, είχαν καταλάβει το κάστρο και ήταν έτοιμοι να υποδεχτούν τα συμμαχικά στρατεύματα απ’ τη Βέροια. Ο λαός είχε πάρει και πάλι τα όπλα και είχε καταφθάσει οργισμένος μπροστά στην Ακρόπολη. Όμως όσοι κατοικούσαν εκεί, οι οποίοι το πρωί, την ώρα της πρώτης εισβολής, είχαν κακοπάθει αρκετά, φοβούμενοι μια νέα καταστροφή, κυρίως, λόγω του ότι, κατά τον Καντακουζηνό, μεταξύ των εισβολέων ήταν και κάποιοι μεθυσμένοι, έκλεισαν τις πύλες. Την ίδια ώρα ανέβηκαν στα τείχη και ικέτευσαν τους επιτιθέμενους να δείξουν έλεος. Οι τελευταίοι συμφώνησαν μ’ έναν μόνο όρο: να τους παρέδιδαν τους αιχμάλωτους, ρίχνοντάς τους απ’ τα τείχη, τα οποία είχαν πάνω από εφτά μέτρα ύψος.

Πρώτα έριξαν τον Απόκαυκο. Έπεσε στο έδαφος, χωρίς να χτυπήσει πολύ άσχημα. Το πλήθος δίστασε για μια στιγμή. ένας Ζηλωτής όμως προχώρησε μπροστά και, κατακρίνοντας τους υπόλοιπους για την αδυναμία που επεδείκνυαν, έκοψε μ’ ένα σπαθί το κεφάλι του διοικητή. Τα σπαθιά του πλήθους διαπέρασαν τότε το κορμί του ξανά και ξανά. Έπειτα έριξαν και τους υπόλοιπους ευγενείς, αυτούς που οι Ζηλωτές καλούσαν ονομαστικά.

[…] «Κάπου ο υπηρέτης έσπρωχνε τον κύριο, κάπου αλλού ο σκλάβος αυτόν που τον είχε αγοράσει. Ο χωρικός έσερνε τον στρατηγό και ο αγρότης τον στρατιώτη».

[…]Ο Καντακουζηνός υπονοεί ότι η παρέμβαση των αρχηγών των Ζηλωτών δεν ήταν ειλικρινής. Όμως αυτή η άποψη δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Οι αρχηγοί των Ζηλωτών ήταν παντελώς ανίσχυροι να εμποδίσουν την σφαγή. Απόδειξη για το παραπάνω είναι το γεγονός ότι η οργή του πλήθους ξέσπασε και σ’ αυτούς.

[…] Μονάχα ένας μικρός αριθμός ευγενών κατάφερε να σωθεί κρυμμένος σε γείτονες, σε ιερά εκκλησιών ή σε πάτους πηγαδιών. Με αυτά τα αιματηρά γεγονότα κατάφεραν οι Ζηλωτές να πάρουν και πάλι την πόλη στα χέρια τους.

Συνέχισαν δε να κρατούν την ίδια στάση απέναντι στον Καντακουζηνό, ακόμη και μετά την συμφιλίωσή του με την Άννα της Σαβοΐας και τον Ιωάννη τον Ε` Παλαιολόγο.

Οι Ζηλωτές, πράγματι, δεν ήθελαν σε καμία περίπτωση να υπακούσουν τις διαταγές της Κωνσταντινούπολης. Στην διάρκεια των δύο ετών που ακολούθησαν την συμφιλίωση μεταξύ του Καντακουζηνού και της αυτοκρατορικής αυλής, δηλαδή μεταξύ του 1347 και του 1349, οι Ζηλωτές κυβερνούσαν την Θεσσαλονίκη σαν ανεξάρτητη κοινότητα.

[…] Ο Καντακουζηνός δεν μπορούσε αυτή τη φορά ν’ αντιμετωπίσει τα γεγονότα. Για καλή του τύχη έμαθε πως εικοσιδύο τουρκικά πλοία λεηλατούσαν την περιοχή κοντά στον Στρυμόνα. Τους ζήτησε ενισχύσεις. Ταυτόχρονα επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη όπου με την βοήθεια του αυτοκράτορα Ιωάννη μπόρεσε να καταπνίξει την εξέγερση. Λίγο αργότερα, βλέποντας ότι οι Θεσσαλονικείς τον υποδέχονταν θερμά και ότι τον επευφημούσαν στο πλάϊ του νόμιμου αυτοκράτορα, ο Καντακουζηνός κάλεσε μια γενική συνέλευση, όπου διηγήθηκε τα γεγονότα του εμφύλιου και υπερασπίστηκε τον εαυτό του για όλα όσα του είχαν προσάψει οι Ζηλωτές. Παρουσίασε δε την Κίνησή τους κάθε άλλο παρά αφοσιωμένη στον αυτοκράτορα Ιωάννη, όπως διατείνονταν, αλλά σαν μια συνωμοσία θεόφτωχων οι οποίοι συνεργάζονταν με μόνο στόχο να λεηλατήσουν τους πλούσιους. Κυρίως τους κατηγόρησε πως ήταν σύμμαχοι και όργανα των Σέρβων. Έτσι κατάφερε να στρέψει την κοινή γνώμη με το μέρος του. Οι αρχηγοί των Ζηλωτών συνελήφθησαν και τους έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη^ κάποιοι άλλοι, απλώς, εκδιώχθηκαν ως ταραχοποιά στοιχεία. Ο Γρηγόρης Παλαμάς κατάφερε επιτέλους να καταλάβει το αξίωμά του και επευφημήθηκε απ’ το ίδιο πλήθος, το οποίο λίγο καιρό πριν δεν τον ήθελε. Σ’ ένα κήρυγμα προς το λαό, ο Παλαμάς επικαλέστηκε την ενότητα και την ειρήνη. Αυτά τα καθησυχαστικά λόγια ήταν τότε πολύ απαραίτητα, καθώς θα μπορούσε κανείς να αναμείνει αντίποινα απ’ τη μεριά των ευγενών.

Έτσι έληξε τελικά η κοινοτική διακυβέρνηση των Ζηλωτών, για την οποία μίλησαν με πολύ άσχημα λόγια οι σύγχρονοι συγγραφείς, μην έχοντας εννοήσει ούτε στο ελάχιστο τις ανώτερες αρχές της πολιτικής των Ζηλωτών.

 

Τα αίτια της εξέγερσης

Το κύριο αίτιο της επανάστασης κατά των ευγενών ήταν η φριχτή οικονομική κατάσταση του πληθυσμού. Οι ασταμάτητες εισβολές, οι εμφύλιες διαμάχες, η κατάχρηση των φόρων απ’ τους δημόσιους υπάλληλους και κυρίως η εκμετάλλευση των φτωχών απ’ τους πλούσιους προκάλεσαν την μεγάλη φτώχεια, την γενική δυσαρέσκεια.[…] Μια δεδομένη στιγμή, οι πολιτικές έριδες μετατράπηκαν σ’ έναν ανελέητο πόλεμο μεταξύ των δύο τάξεων. Ο λαός ο οποίος μισούσε τους πλούσιους, σήκωσε το κεφάλι: στην Αδριανούπολη, στην Ηράκλεια, στην Θεσσαλονίκη καθώς και στην άλλη πλευρά της ηπείρου, με λίγα λόγια παντού.

Επιθυμούσαν να ξεφορτωθούν τους τυράννους, δηλαδή τους πλούσιους και ταυτόχρονα ήλπιζαν να σφετεριστούν τις περιουσίες τους. Εδώ, ο Καντακουζηνός υπονοεί ότι κυρίως αυτό ωθούσε τις μάζες κατά των ευγενών παρά η αφοσίωσή τους στον νόμιμο αυτοκράτορα, τον Ιωάννη τον Ε`.

Σημειωτέον ότι στη Γένοβα, το 1339, ο λαός έζησε τις μέρες θριάμβου του κατά της αριστοκρατίας[…]. Η επανάσταση της Γένοβα έγινε, φυσικά, γνωστή στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Είδαμε πως κατά το πρώτο μισό του 14ου αιώνα, οι Βυζαντινοί και κυρίως οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης εκτιμούσαν ιδιαίτερα τους κατοίκους της Γένοβα. Οι Θεσσαλονικείς είχαν, συχνά, την ευκαιρία να συναντήσουν ιταλούς δημοκράτες και κυρίως κατοίκους της Γένοβα, καθώς αρκετοί κατέφθαναν στην πόλη. Οι Θεσσαλονικείς γνώριζαν εις βάθος τον τρόπο σκέψης αυτών των ξένων, για τους οποίους «η καταπίεση ενός μόνο συμπολίτη τους ήταν καταπάτηση των δικαιωμάτων του συνόλου».

Γνώριζαν επίσης ότι στις ιταλικές δημοκρατίες είχαν αφαιρέσει κάθε κοσμική εξουσία απ’ τους επισκόπους και είχαν αναγκάσει τους πατρικίους «να υποταχθούν και να επιζητούν το κοινό δίκαιο». Ταυτόχρονα, διαπίστωναν πως «η δημοκρατία, αφού εξομοίωσε όλες τις τάξεις του έθνους με τους πρίγκηπες, αφαίρεσε όλα τα προνόμια απ’ τα τάγματα»[…]

[…] Εξ άλλου, υπήρχε και μεγάλη δυσαρέσκεια κατά των ευγενών, η οποία προερχόταν απ’ την Κωνσταντινούπολη, όπου ο Αλέξιος ο Απόκαυκος, αρχηγός του λαϊκού κόμματος, είχε την εξουσία στα χέρια του. Ο φτωχός πληθυσμός είχε βρει την καλύτερη αφορμή για να εξεγερθεί, ο πληθυσμός αυτός που μισούσε τόσο πολύ τους δυνάστες του.

Όλες αυτές οι αιτίες ευνόησαν την δημιουργία της Κίνησης των Ζηλωτών.

Το αποτελούσαν, κυρίως, άνθρωποι του λαού, και, κατά τα λεγόμενα του Φιλόθεου, δεν ήταν όλοι τους Θεσσαλονικείς. Είχαν εντάξει ως μέλη ακόμη και μετανάστες από τα νησιά και «βάρβαρους γείτονες».

Ο Γρηγοράς, ο οποίος ούτε κι αυτός έβλεπε με συμπάθεια τους Ζηλωτές, αποκαλεί υποτιμητικά την Κίνησή τους «άθροισμα».

«Το καθεστώς τους, γράφει, δεν θυμίζει καμία μορφή πολιτείας. Δεν ήταν ούτε αριστοκρατικό, όπως το πολίτευμα που παρέδωσε στους Λακεδαιμονίους ο Λυκούργος ώστε να ανέβει στην εκτίμησή τους, ούτε δημοκρατικό όπως η πρώτη πολιτεία των Αθηναίων του Κλεισθένη, ο οποίος αύξησε τον αριθμό των φυλών από τέσσερις σε δέκα: ούτε ένα καθεστώς σαν αυτό που παρέδωσε ο Ζάλευκος στους Λοκριείς Επιζεφυρίους· ούτε ένα καθεστώς σαν αυτό που παρέδωσε ο Χάροντας απ’ την Κατάνη στην Σικελία· ούτε μια πολιτεία η οποία είχε σχηματιστεί απ’ το συνδυασμό δύο ή τριών άλλων, ώστε να δημιουργηθεί μια καινούργια όπως στην Κύπρο ή στην αρχαία Ρώμη τις οποίες είχε εγκαθιδρύσει όπως λέγεται ο δήμος που είχε εξεγερθεί κατά των ύπατων· ήταν ένα περίεργο είδος οχλοκρατίας που το τυχαίο μονάχα μπορούσε να καθοδηγήσει.

Ορισμένοι θρασείς άνδρες, αφού συνενώθηκαν σε μια δικιά τους ομάδα και αφού αναγόρευσαν εαυτούς ως εξουσία, κατεδίωκαν εκεί όλο τον κόσμο, συνάρπαζαν με δημαγωγικές κινήσεις τον πληθυσμό της πόλης, στα πλαίσια του σκοπού που επεδίωκαν, λεηλατώντας τις περιουσίες των πλουσίων, ενώ οι ίδιοι ζούσαν μέσα στην αφθονία, διατάζοντας τους άλλους να μην υποταχθούν σε κανέναν άλλο εξωτερικό αρχηγό και να θεωρούν ως κανόνα και νόμο ότι τους έμοιαζε σωστό».

[…] Αυτό το πνεύμα ανεξαρτησίας, αυτή η αγάπη για την ελευθερία, που οι υπόλοιποι Βυζαντινοί αδυνατούσαν να κατανοήσουν, εξέπληξε ιδιαίτερα τους σύγχρονους συγγραφείς.

Ο Καντακουζηνός, οι φίλοι του Νικόλαος Καβάσιλας, Δημήτριος Κυδώνης, Νείλος και Φιλόθεος συμμετείχαν στα γεγονότα στο πλευρό των ευγενών. Μονάχα ο Γρηγοράς ενδιαφέρθηκε λιγότερο και εν τούτοις, όπως είδαμε, το κείμενό του δεν βλέπει ούτε κι αυτό τους Ζηλωτές με συμπάθεια. Ο Γρηγοράς, όμως, τους είχε γνωρίσει μονάχα έμμεσα. Οι πληροφορίες που κατάφερε να συλλέξει για τους Ζηλωτές προέρχονταν κατά τα φαινόμενα από μια συμφεροντολογική και μονομερή πηγή. Κάποιος ευγενής ή κάποιος φίλος ο οποίος κινούνταν στους πολιτικούς κόλπους των ευγενών του είχε δώσει ανακριβείς πληροφορίες για την κομμούνα της Θεσσαλονίκης. Εξ άλλου ο Γρηγοράς, στα πρώτα του βιβλία είναι ιδιαιτέρως ευνοϊκός προς τον Καντακουζηνό. Και μόνο αυτό το γεγονός πρέπει να μας επιστήσει την προσοχή.

[…] Θα ήταν, λοιπόν, εξαιρετικά ανακριβές να δηλώσουμε ότι οι Ζηλωτές δεν έκαναν μεταρρυθμίσεις στην Θεσσαλονίκη. Έκαναν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες ήταν χρήσιμες και πολύ σημαντικές. Σε ό,τι αφορούσε την πολιτική, δεν έλαβαν υπ’ όψη τους ούτε και τον νόμο τον σχετικό με την επιλογή των αρχόντων.

Πριν την άνοδό τους στην εξουσία, για να επιλεγεί κάποιος ως διοικητής έπρεπε να έχει κάποια ηλικία, να είναι κατά προτίμηση ηλικιωμένος παρά νέος. Όμως η Κίνηση των Ζηλωτών, η οποία είχε στις τάξεις της εξαιρετικά ικανά νεαρά στελέχη, κατήργησε αυτόν τον κανόνα. Επέλεγαν τους άρχοντες, χωρίς διάκριση ηλικίας, ακόμη και νέους ανθρώπους^ γεγονός που σόκαρε κάπως όσους ήταν προσκολλημένοι στις παραδόσεις.

Δυστυχώς, οι ιδέες και οι αρχές των Ζηλωτών μας είναι μόνο εν μέρει γνωστές και τούτο χάρη στον προαναφερθέντα λόγο του Νικόλαου Καβάσιλα στο δικαστήριο.

Ο Καβάσιλας επιτέθηκε άγρια στους Ζηλωτές, αντιμετωπίζοντάς τους σα να ’ταν τύραννοι και πονηροί. Τα ίδια τα λόγια, όμως, ενός αντιπάλου ο οποίος μπόρεσε να μιλήσει μπροστά στους δικαστές τόσο ελεύθερα, δεν αποδεικνύουν ότι αυτά τα επίθετα δεν είναι δίκαια;

Πράγματι οι Ζηλωτές ήταν, αντιθέτως, ιδιαίτερα ελεύθερα πνεύματα […]. Εκτιμώντας ότι η καλύτερη πολιτική ήταν να επιτρέπουν στον κάθε πολίτη να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του, ήταν ιδιαίτερα ανεκτικοί σ’ αυτό το ζήτημα. Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται πρώτ’ απ’ όλα στον πολεμοχαρή τόνο του σκληρού λόγου του Καβάσιλα και κατά δεύτερο λόγο σ’ αυτά που μας πληροφορεί ο Φιλόθεος. Ο τελευταίος αναφέρεται σε κάποιον απ’ την Αδριανούπολη που κατοικούσε στην Θεσσαλονίκη, ο οποίος κατηγόρησε δημοσίως και επανειλημμένα τους Ζηλωτές, που είχαν τότε την εξουσία στην Θεσσαλονίκη σε σχέση με την εχθρότητά τους προς τον Γρηγόρη Παλαμά, χωρίς να τον ενοχλήσουν καθόλου.

Το γεγονός, όμως, το οποίο προκάλεσε τις περισσότερες αντιδράσεις, δεν ήταν τόσο οι σφαγές των ευγενών –ο κόσμος ήταν ήδη συνηθισμένος σε τέτοιου είδους πολιτικές– όσο οι πράξεις των Ζηλωτών με άλλη βαρύτητα, σχετικά με κοινωνικής τάξεως μεταρρυθμίσεις. Απ’ τον λόγο του Καβάσιλα, διαφαίνονταν ποια υψηλά ιδανικά ενέπνεαν τους Ζηλωτές.

Οι κυριότερες μεταρρυθμίσεις τους ήταν οι παρακάτω:
1ον Δήμευση των περιουσιών των ευγενών και των εισοδημάτων των εκκλησιών,
2ον Άμεσες συνεισφορές,
3ον Κανονισμοί για τους μοναχούς

Ο Καβάσιλας καταφέρεται κυρίως κατά των δύο πρώτων.

[…] Υπήρχε έλλειψη χρημάτων. Οι Ζηλωτές κατάφεραν να τα βρουν: δεν δήμευσαν μονάχα τις περιουσίες των ευγενών, αλλά και τα εισοδήματα των μοναχών. Χρησιμοποίησαν αυτά τα εισοδήματα για το κοινό καλό. Και είναι ενάντια σ’ αυτό που ο Καβάσιλας και ο Καντακουζηνός ορθώνουν τη φωνή τους για να διαμαρτυρηθούν! Είναι αλήθεια πως ήθελαν να υπονοήσουν ότι αυτή η δήμευση δεν ήταν παρά μια απλή πρόφαση των Ζηλωτών για να πλουτίσουν οι ίδιοι και να εξασφαλίσουν το ευ ζην στους φίλους τους.

[…] Ο Καβάσιλας, σαν μοναχός δεν μπορούσε ούτε κι αυτός ν’ ανεχθεί το γεγονός ότι είχαν σχεδόν απογυμνώσει τους αδερφούς του από τις περιουσίες τους.

Διαμαρτυρήθηκε, επίσης, για την συνήθεια των Ζηλωτών να ζητούν απ’ τους άρχοντες και τους υπαλλήλους της διοίκησης ένα οποιοδήποτε ποσό επ’ ευκαιρία του διορισμού τους. Όμως αυτό το μέτρο ήταν πιθανώς αναγκαίο λόγω των περιστάσεων, καθώς έπρεπε ν’ αυξηθεί το εισόδημα της κοινότητας σε μια περίοδο γεμάτη δυσχέρειες.

[…] Οι Ζηλωτές υπεράσπιζαν τους εαυτούς τους απ’ όλες αυτές τις κατηγορίες αντιτάσσοντας τις αρχές τους των οποίων η ανωτερότητα διέφευγε εντελώς απ’ τους κατήγορούς τους.

[…] Για ν’ αντικρούσουν τις κατηγορίες των αντιπάλων τους οι Ζηλωτές είχαν επίσης σημαντικά επιχειρήματα. Στους υφιστάμενους νόμους, όπου δεν ήταν δυνατόν πλέον να εφαρμόζονται, εξ αιτίας της τόσο αβέβαιης κατάστασης της πατρίδας, αντέταξαν τη γνωστή ρήση: salus populi suprema lex esto.

Είναι επιτρεπτό, έλεγαν, σε όσους έχουν την φροντίδα των κοινών, να κάνουν τα πάντα, όταν στοχεύουν μονάχα στο γενικό καλό.

[…] Οι Ζηλωτές είχαν, κατά συνέπεια, δημεύσει όλα τα εισοδήματα των μοναστικών ιδρυμάτων, στα οποία χορηγούσαν, όμως, τα απαραίτητα ποσά για τις ανάγκες τους.

Ένα μεγάλο μέρος αυτών των εισοδημάτων προορίστηκε για την οργάνωση της άμυνας της πόλης.

«Εξ άλλου», προσέθεταν, «η άμυνα των τειχών μας και των νόμων μας πρέπει να μπαίνει πάνω απ’ όλα».

Όμως, η δράση των Ζηλωτών δεν σταματούσε εκεί, χρησιμοποιούσαν επίσης τα χρήματα της κοινότητας για να βελτιώσουν την κατάσταση των φτωχών καλλιεργητών προμηθεύοντάς τους με ό,τι είχαν ανάγκη για να ζήσουν, ασχολούμενοι με την καλλιέργεια των χωραφιών τους και των κατεστραμμένων χωριών, επιδιορθώνοντας τα κατεστραμμένα σπίτια τους, ενδιαφερόμενοι με μια λέξη, τόσο για το ευ ζην των ανθρώπων αυτών όσο και για την ελευθερία τους.

[…] Όλη αυτή η συμπεριφορά απέχει πολύ απ’ το ν’ αντιστοιχεί σε αυτά που τους προσάπτουν οι Καντακουζηνός, Γρηγοράς και Καβάσιλας: δηλαδή στο ότι δήμευσαν τις περιουσίες των άλλων για να πλουτίσουν οι ίδιοι. Οι Ζηλωτές δίκαια υπογράμμιζαν επίσης τα εξής:

«Εάν συμπεριφερόμαστε έτσι ως προς όλους», έλεγαν, «και εάν δεν βάζουμε τίποτε στην άκρη για δική μας χρήση, αν δεν αυξάνουμε την προσωπική μας περιουσία, εάν δεν κοσμούμε την οικία μας, αλλά αν αναζητούμε συνέχεια να κάνουμε με τις δαπάνες ό,τι είναι χρήσιμο για τους αρχούμενους, πως είναι δίκαιο να μας κατηγορούν γι’ αυτό;»

[…] «Σε τι διαφέρεις εσύ από έναν ληστή, ωρύεται ο Καβάσιλας, όταν αφαιρείς τη περιουσία του άλλου χωρίς να μπορείς να τον κατηγορήσεις για κάτι;»

Στα μάτια του, οι Ζηλωτές δεν ήταν παρά ληστές απ’ τη στιγμή που απογύμνωσαν τα μοναστήρια απ’ τις περιουσίες τους. ήταν ακόμη «τυμβωρύχοι», διότι δεν σέβονταν καθόλου την επιθυμία των αποθανόντων οι οποίοι είχαν αφήσει τις περιουσίες τους στους μοναχούς.

[…] Οι Ζηλωτές υπέκυψαν τελικά στα χτυπήματα του μοναχισμού και των ευγενών. Μαζί τους έσβησε και η τελευταία σπίθα, η τελευταία προσπάθεια για αναγέννηση της Βυζαντινής κοινωνίας, η οποία αργοπέθαινε εμφανώς».

[Το κείμενο μεταφράστηκε από τη συντρόφισσα Κ., η επεξεργασία του έγινε από τη Συσπείρωση Αναρχικών, ενώ αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου υπό έκδοση ερευνητικού υλικού, που συλλέχθηκε από συντρόφους στη Θεσσαλονίκη.]

Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.16, Ιούλιος-Αύγουστος 2003

 

1,700 Μπάτσοι, Ελικόπτερα, Tank, Αύρες: Η εκκένωση της Pizzeria Anarchia στην Βιέννη

1,700 ματ, ελικόπτερα, θωρακισμένα οχήματα, και  κανόνια νερού, επιστρατεύτηκαν από τον δήμο της Βιέννης, για να εκδιώξουν 15 καταληψίες από την κατάληψη pizzeria Anarchia. Η εκκένωση ξεκίνησε στις 5 τα ξημερώματα και οι μπάτσοι χρειάστηκαν 12 ώρες για να βγάλουν έξω από την κατάληψη 11 καταληψίες καθώς 4 ακόμα παραμένουν στο κτήριο, 9 εκ των οποίων οδηγήθηκαν σε σύλληψη. Ο δήμος  της Βιέννης στα πλαίσια της «εξυγίανσης» της πόλης ξόδεψε ούτε λίγο ούτε πολύ 500.000 ευρώ για να καταστείλει την μοναδική κατάληψη της πόλης.

Η ίδια επαναλαμβανόμενη κτηνωδία που εξελίχτηκε στην Βιέννη ενάντια σε ένα εναλλακτικό ζωντανό χώρο, είναι αυτή που υπήρξε κατά την διάρκεια της εκκένωσης της Rote Flora στο Βερολίνο, είναι η ίδια που χρησιμοποιήθηκε στην Ρώμη πριν λίγο καιρό κατά την διάρκεια των διαδηλώσεων ενάντια στις εξώσεις – κατασχέσεις σπιτιών, είναι η ίδια που χρησιμοποιήθηκε στο Βερολίνο κατά την καταστολή του καταυλισμού των μεταναστών και των αλληλέγγυων σε αυτούς, είναι η ίδια κτηνωδία που εξαπόλυσε του Τουρκικό κράτος ενάντια στους εξεγερμένους του Gezi.

Σκοπευτήριο 2014: Όταν κοιτάζεις το δάχτυλο… ΧΑΝΕΙΣ ΤΟ ΔΑΣΟΣ!

Το βράδυ τoυ Σαββάτου στις 12 Ιουλίου, η Πρωτοβουλία Κατοίκων Καισαριανής είχε οργανώσει πάρτι στο Σκοπευτήριο, για την οικονομική στήριξη των δραστηριοτήτων της συλλογικότητάς μας, καθώς δεν έχει άλλους οικονομικούς πόρους. Εκεί βρεθήκαμε αντιμέτωποι με αστυνομικές δυνάμεις: χαμερπείς ασφαλήτες με παπάκια, προκλητικοί πολεμοχαρείς ράμπο ΔΕΛΤΑ είχαν αποκλείσει από νωρίς όλες τις εισόδους του και επικαλούμενοι ότι εκπροσωπούν τον «νόμο και  την τάξη» στη γειτονιά μας, μάς απαγόρευαν την είσοδο στο χώρο που ζούμε, που κινούμαστε και αναπτύσσουμε τις κοινωνικές-πολιτικές μας δράσεις!

Αν και δεν ζήσαμε τις μέρες της κατοχής στο Σκοπευτήριο των Εκτελέσεων, όμως η ιστορία του, που διατηρεί ανεξίτηλη τη μνήμη από γενιά σε γενιά, μάς έφερε στο μυαλό και στην καρδιά εικόνες στρατού κατοχής…

Αφού αντιμετωπίσαμε το πρώτο μπλόκο από ασφαλήτες και όργανα της «τάξεως» που προκλητικά ζητούσαν τις ταυτότητές μας στην κεντρική είσοδο του Σκοπευτηρίου, βρεθήκαμε απέναντι σε τμήμα κατοχικού στρατού, που είχε στρατοπεδεύσει στην είσοδο της Αιολίας. Εκεί κάτοικοι της γειτονιάς μας, οι οποίοι χρησιμοποιούν το Σκοπευτήριο ως χώρο αναψυχής και συνάντησης, ήδη υπερασπίζονταν την ελευθερία του χώρου από τους επίδοξους εισβολείς, αλλά και την ελευθερία της αδιαμεσολάβητης και μη εμπορικής ψυχαγωγίας σε αυτήν τη γωνιά της γειτονιάς μας. Ενωθήκαμε μαζί τους και απαιτήσαμε να φύγουν. Οι ένστολοι ανακοίνωσαν ότι, μετά από καταγγελίες, η… ΓΑΔΑ έχει αναλάβει την «ασφάλεια» του χώρου. Ανακοίνωσαν επίσης ότι χωρίς την άδεια του δήμου διαπράττουμε ρευματοκλοπή, επικαλούμενοι την επιστολή του δημάρχου προς τον αστυνομικό διοικητή του ΑΤ Καισαριανής, με την οποία απαιτεί από την αστυνομία «την τήρηση της ευταξίας» στο Σκοπευτήριο. Η ανυποχώρητη στάση όλων όσοι βρεθήκαμε εκεί μπροστά στην απόπειρα τρομοκρατίας μας από τις αυτοαποκαλούμενες δυνάμεις «ασφάλειας και τάξης», τούς ανάγκασε να μας απαλλάξουν από την παρουσία τους και έτσι περάσουμε μια υπέροχη βραδιά μαζί με εκατοντάδες φίλους και φίλες, γείτονες και γειτόνισσες, συναγωνιστές και συναγωνίστριες, συντρόφους και συντρόφισσές μας.

Όμως όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες. Οι ορδές αφιονισμένων στρατιωτών δεν είναι τίποτα άλλο από τον στρατό ενός κράτους που δεν «λαμπρύνεται» με την ασφάλεια που παρέχει, αλλά με τη βαναυσότητα της καταστολής που εξαπολύει: άγριο ξύλο σε απεργούς, εργάτες και ανέργους, συλλήψεις και τραυματισμούς διαδηλωτών, δολοφονίες νεολαίων, συνεργασία με φασιστοειδή υποκείμενα και τρομοκρατία των αγωνιζόμενων ανθρώπων. Το γεγονός της επέμβασής τους, με πρόσχημα την ασφάλεια και την «ευταξία», σε δημόσιους χώρους των γειτονιών μας, δεν γεννά παρά την οργή μας και εντείνει την οργάνωση της υπεράσπισής τους, ώστε να παραμείνουν δημόσιοι και να υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση και χρήση για όλους.

Όσο για τον δήμαρχο Καισαριανής, τον πρώτο δήμαρχο στην ιστορία της πόλης που παρέδωσε στα χέρια του στρατού καταστολής το Σκοπευτήριο προς χάριν της «ευταξίας» (Ω καιροί! Ω  ήθη!), τού θυμίζουμε ότι ο μόνος σφετεριστής που παραδίδει τον χώρο σε επίδοξους σκοπευτές της αστυνομίας ήταν μέχρι τώρα η Σκοπευτική Εταιρεία που όχι μόνο καταπατά τον δημόσιο αυτό χώρο της πόλης των αγωνιστών ανταρτών, αλλά και τον μολύνει με την παρουσία της. Σε ό,τι αφορά τη ρευματοκλοπή, την οποία επικαλείται στο έγγραφό του προς την αστυνομία, ας προσγειωθεί ο δήμαρχος στη σκληρή πραγματικότητα: ας βρει την κλοπή που γίνεται στο πενιχρό ή ανύπαρκτο εισόδημα του κόσμου, αποτυπωμένη στους λογαριασμούς της ΔΕΗ των χαρατσιών και των δημοτικών τελών που πληρώνουμε για τη χρήση των κοινόχρηστων χώρων της πόλης!

Επίσης, απειλητικά δημοσιεύματα δυο μέρες πριν  την εκδήλωση της Πρωτοβουλίας Κατοίκων Καισαριανής αναρτήθηκαν στην ηλεκτρονική σελίδα «http://www.kessariani-vironas.gr και πέριξ», με στόχο την απαγόρευσή της.   Επιχείρησαν να δημιουργήσουν κλίμα τρομοϋστερίας, ανοίγοντας τις πόρτες του δημόσιου χώρου στις δυνάμεις καταστολής, με ψεύδη και λάσπη περί ομάδας μαυροφορεμένων νεαρών, περί απλήρωτου ρεύματος, αλλά και δημόσια θρασύτατη δήλωση ότι ο συντάκτης του λιβελογραφήματος έχει «ενημερώσει την αστυνομία». Τους απαντάμε ότι στο Σκοπευτήριο χωράνε όλοι και όλες εκτός από τη σκοπευτική εταιρεία και τους φασίστες.

Οι δημόσιοι χώροι ανήκουν σε όλους και όλες μας χωρίς να είναι ιδιοκτησία κανενός ούτε καν του ίδιου του κράτους. Δεν μπορεί  κανείς να μας απαγορεύσει την πρόσβαση και τη χρήση τους. Και ακριβώς επειδή ανήκουν σε όλους μας, τούς υπερασπιζόμαστε απέναντι σε κάθε καιροσκόπο ή κερδοσκόπο ο οποίος φιλοδοξεί να τους καταχραστεί ή να τους εμπορευματοποιήσει. Ο χώρος του Σκοπευτηρίου είναι δημόσιος χώρος και θα παραμείνει. Εκτός από φυσικός πνεύμονας της πόλης μας ως συνέχεια του Υμηττού, είναι και ο κατεξοχήν τόπος όπου η αντιφασιστική μνήμη μάχεται τη λήθη. Η επανοικειοποίησή του, με δραστηριότητες που αναπτύσσονται σε αυτόν, σημαίνει επανοικειοποίηση της ιστορίας του και του φυσικού του τοπίου. Σημαίνει ότι ο χώρος απελευθερώνεται, με δραστηριότητες που τον κρατάνε ζωντανό στο πέρασμα του χρόνου και διευρύνεται η υπεράσπισή του από επίδοξους καταχραστές του.

Στο Σκοπευτήριο χωράμε όλοι και όλες με τη διαφορετικότητά μας, με αλληλοσεβασμό ανάμεσά μας. Τα παιδιά που παίζουν, οι γέροντες και οι γερόντισσες, οι ντόπιοι και οι μετανάστες που γεμίζουν τα παγκάκια του τις μέρες με λιακάδα. Οι κάτοικοι της πόλης μας και όσοι έρχονται από αλλού για να απολαύσουν τη φύση, και στον τόπο της εκτέλεσης φορτίζουν τη μνήμη στην ασυνέχεια της ιστορίας. Από τις κοινωνικές εκδηλώσεις ψυχαγωγίας μέχρι τις πολιτικές δράσεις, από τις προβολές και τα θεατρικά μέχρι τις αντιφασιστικές συναυλίες και τις εκδηλώσεις αλληλεγγύης, ο χώρος, λόγω της φυσικής του κατάστασης, απορροφά τις υψηλές συχνότητες θορύβων χωρίς να ενοχλεί τους περιοίκους. Αρκεί να γίνεται κατανοητό ότι η μουσική, που εκλαμβάνεται σαν θόρυβος, είναι μια διαφορετική από τα συνηθισμένα έκφραση αντίστασης, ανθρώπων απέναντι στον κοινωνικό ολοκληρωτισμό, όπως ήταν η πανκ συναυλία αλληλεγγύης στην κατάληψη της βίλας Αμαλία και η αντιφασιστική μουσική hip hop μουσικών συγκροτημάτων από τις γειτονιές μας,  ή τα πάρτι αλληλεγγύης και πολιτικής στήριξης που γίνονται στο Σκοπευτήριο. Και αυτός ο πολιτισμός του αλληλοσεβασμού που εμπεριέχουν όλες αυτές οι εκδηλώσεις επιτρέπει σε όποιον ενοχλείται από την ένταση του ήχου να μπορεί να ζητήσει να χαμηλώσει η μουσική και αυτό γίνεται σεβαστό.

Η Πρωτοβουλία Κατοίκων Καισαριανής, 6 χρόνια τώρα, επιδιώκοντας την επανοικειοποίηση-απελευθέρωση και την υπεράσπιση των δημόσιων χώρων, μαζί με κατοίκους των γειτονιών μας, έριξε τα συρματοπλέγματα του μητροπολίτη στο λόφο του Αι Γιάννη, αντιστάθηκε στη δήθεν ανάπλαση των χιλιάδων ευρώ της Παιδικής Χαράς στην οδό Τσάφου, έριξε τα συρματοπλέγματα της κατοχύρωσης ατομικής ιδιοκτησίας στο πάρκο Αλεξάνδρου, εναντιώθηκε στους αυτοκινητόδρομους που επιχειρήθηκε να περάσουν από την Πανεπιστημιούπολη, διαδήλωσε μαζί με τους καισαριανιώτες ενάντια στην καταπάτηση του Σκοπευτηρίου από τη Σκοπευτική, έκανε παρέμβαση στα μουσειακά μνημόσυνα του δήμου για τους εκτελεσμένους στην Καισαριανή κρατώντας ζωντανή την ιστορία του αντιφασιστικού αγώνα, απάντησε με μαζική πορεία στις γειτονιές της πόλης μας στη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα. Προσπαθήσαμε και προσπαθούμε να δώσουμε πνοή στο χώρο του Σκοπευτηρίου, με αυτοοργανωμένες πολιτικές και αντιεμπορευματικές, ελεύθερες για όλους, πολιτιστικές δράσεις. Σε όλους αυτούς τους αγώνες βρήκαμε απέναντί μας την εκάστοτε δημοτική αρχή.

Θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε, με συνέχεια και συνέπεια, χωρίς καμία εξάρτηση, με οποιοδήποτε τίμημα, την ελευθερία των δημόσιων χώρων. Δεν εξαργυρώνουμε τη δράση μας με άγρα ψήφων σε δημοτικές εκλογές. Πιστεύουμε ότι τη σαπίλα αυτού του κόσμου δεν τη διαχειριζόμαστε αλλά την ανατρέπουμε με τους αυτοοργανωμένους αγώνες και τις αντιστάσεις μας, μέρος των οποίων είναι και οι δράσεις μας στους δημόσιους χώρους. Γι’ αυτό και δεν αναθέτουμε τη ζωή μας σε κανέναν επίδοξο διαχειριστή της. Καλούμε όλους τους ανθρώπους γύρω μας να συμπορευτούμε στον αγώνα αυτό συνειδητοποιώντας ότι  μόνο συλλογικά και αδιαμεσολάβητα θα έχουμε τη δύναμη να αντεπιτεθούμε στον πόλεμο που εξαπολύει ο κοινός μας εχθρός που απειλεί τη ζωή μας: ο καπιταλισμός.

Δεν θα χαριστούμε σε κανέναν, κοιτάζοντας μόνο το δάχτυλο που μάς δείχνει να χάσουμε το δάσος!

 ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ

στέκι “Τετράγωνο” Ν. Εφέσου 4

http://protovouliakatoikwnkaisarianis.blogspot.gr/

Ανοιχτή Συνέλευση κάθε Τετάρτη στις 20:30 στο Τετράγωνο

Συμβουλές για όσους σκέφτονται να μεταναστεύσουν από τον Πιότρ Κροπότκιν

Ένας σύντροφος στη Νέα Νότια Ουαλία, γράφοντας στον Κροπότκιν για προτάσεις και συμβουλές

Mετάφραση από την Αιχμή

“Όπως ίσως γνωρίζετε, το Εργατικό κίνημα στην Αυστραλία έχει προοδεύσει σημαντικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ή πέντε χρόνων. Ο λόγος, πιστεύω, έγκειται στο αυξημένο τράνταγμα του μυαλού των ανθρώπων μέσω των τελευταίων απεργίες εδώ καθώς και στην Αγγλία και την Αμερική. Το Εργατικό Κόμμα εδώ υπέστη το μεγαλύτερο κακό στις τελευταίες τρεις μεγάλες απεργίες, ωστόσο η σημασία αυτών των απεργιών ως παράγοντας εκπαίδευσης του μυαλού των ανθρώπων δεν μπορεί να αγνοηθεί -. π.χ. άμεσα αποτελέσματα της ήττας της Απεργίας των Λιμενεργατών ήταν ο σχηματισμός Εργατικών Εκλογικών Ενώσεων σε όλη τη Νέα Νότια Ουαλία, και η αποστολή τριάντα τεσσάρων – μελών των Εργατικών στη Βουλή: αποτέλεσμα της περσινής απεργίας στο Σίρερ του Κουίνσλαντ ήταν η αρχή του κινήματος της Νέας Αυστραλίας για το οποίο γράφω.

Το Κίνημα Νέα Αυστραλία είναι μια πρόταση σε όλους τους υγιείς και νοήμονες άνδρες και γυναίκες να φύγουν από την Αυστραλία και να πάνε σε ένα συγκεκριμένο τμήμα της Νότιας Αμερικής, εκεί να εγκαθιδρύσουν Συνεργατικούς Οικισμούς σε Σοσιαλιστικές αρχές. Η ιδέα του κινήματος αυτού προήλθε από τον κ. Lane, εκδότη της καλύτερης Σοσιαλιστικής εργατικής εφημερίδας στο Κουίνσλαντ. Τρεις αντιπρόσωποι του Συλλόγου είναι προς το παρόν στην Αργεντινή (S.A.), αναζητώντας εκεί το καλύτερο έδαφος για τον οικισμό, και έχουν ήδη βρει μια θέση για αυτό στις όχθες του Ποταμού Νίγηρα. Στην Αυστραλία έχουμε πέντε ή έξι αντιπροσώπους, του κ. Lane συμπεριλαμβανομένου, οργανώνοντας ομάδες σε διάφορα μέρη της χώρας, και το αποτέλεσμα ήταν καλύτερο από ό,τι αναμενόταν. Έχουμε ήδη 5 έως 600 μέλη, και η πρώτη παρτίδα των εποίκων αποπλέει για την Αργεντινή κάποια στιγμή μέσα στο Γενάρη.

Μπορεί να φαίνεται περίεργο το γεγονός ότι ενώ χιλιάδες άνθρωποι μεταναστεύουν κάθε χρόνο από διάφορα μέρη του κόσμου για την Αυστραλία – το λεγόμενο Παράδεισο της δουλειάς – θα έπρεπε να βρεθούν άνθρωποι στην Αυστραλία πρόθυμοι να αφήσουν πίσω τη χώρα που έχουν βοηθήσει να γίνει ένα έθνος και να πάνε σε μια ξένη χώρα η οποία, ίσως, δεν είναι καλύτερη από την Αυστραλία. Αλλά αυτό δεν είναι περίπτωση του τύπου “είναι καλύτερα εκεί όπου δεν είμαστε.” Υπάρχουν περισσότεροι από ένας λόγοι γιατί θα ήταν καλύτερο να εγκαθιδρύσουμε τον οικισμό στην Αργεντινή αλλά εγώ θα αναφέρω μόνο έναν: η καπιταλιστική αντιπαλότητα θα ήταν πολύ ισχυρή εδώ στην Αυστραλία. Το κεφάλαιο εδώ οργανώνεται ισχυρότερα από ό,τι ποτέ πριν· κυβερνά τις Κυβερνήσεις εδώ. Και πάλι το μότο των Σοσιαλιστών είναι “η γη είναι η πατρίδα μου, και θα δράσουμε μέχρι να το πετύχουμε. Δεν θα έχουμε καμία διάκριση είτε σε εθνικότητες είτε σε θρησκείες. Όλοι οι άνθρωποι είναι ευπρόσδεκτοι – υπό την προϋπόθεση ότι είναι φυσικώς και ηθικώς υγιείς, και δεν φοβούνται να εργάζονται ή να σκέφτονται.”

Στο οποίο ο Κροπότκιν απαντά:

Το γεγονός ότι οι άνδρες και οι γυναίκες, που έχουν κάνει την Αυστραλία αυτό που είναι, είναι αναγκασμένοι να μεταναστεύσουν, λέει πολλά από μόνο του. “Φτιάξτε τη γη, γίνετε η κοπριά που την καθιστά παραγωγική, χτίστε τα κέντρα του πολιτισμού που την καθιστούν πολύτιμη – και φύγετε!” Αυτή είναι η πραγματική εικόνα της σύγχρονης καπιταλιστικής διαχείρισης. Το ίδιο εδώ, το ίδιο στους αντίποδες – πάντοτε το ίδιο!

Κάθε φορά που βλέπω άνδρες και γυναίκες ενέργειας, επιχειρηματικού πνεύματος και πρωτοβουλίας, να αρχίζουν παρόμοιες αποικίες, λυπάμαι Γνωρίζετε πόσο η Ρωσία έχει χάσει τα καλύτερα στοιχεία της, εκείνους που είχαν την ικανότητα να είναι δυσαρεστημένοι και να εξεγείρονται ενάντια στις κακές συνθήκες, επειδή είχε στην πόρτα της τη Σιβηρία, όπου οι λάτρεις της ελευθερίας μπορούσαν να πάνε και να δραπετεύσουν για λίγα χρόνια από όλες τις κατάρες του Κράτους – τη στρατιωτική θητεία, τη γραφειοκρατία, τους λειτουργούς και το δεσποτισμό τους.

Τι θα γινόταν το Ευρωπαϊκό επαναστατικό κίνημα αν οι περισσότεροι γυναίκες και άνδρες ισχυρής ατομικότητας – οι περισσότεροι από αυτούς έτοιμοι να εξεγερθούν – πήγαιναν να εγκατασταθούν σε μακρινές χώρες, προσπαθώντας να φτιάξουν αποικίες εκεί; Δεν υπάρχει δουλειά αρκετή σε κάθε χώρα για κάθε έναν που επιθυμεί να εργαστεί για την τροποποίηση των άθλιων συνθηκών του τωρινού καιρού; Δεν υπάρχουν στη διάθεσή μας αρκετές ευκαιρίες για την άσκηση του πνεύματος της Αλληλεγγύης που εμπνέει τον Κομμουνιστή; Μήπως δεν θέλουμε εδώ, σε κάθε μεγάλη και μικρή πόλη, αυτό το κομμουνιστικό πνεύμα να μπει σε εφαρμογή και να ακτινοβολείται από μικρές ομάδες, όσο περιορισμένες κι αν είναι, έτσι ώστε να το κάνουμε να διαπεράσει το σύνολο της κοινωνίας;

Όσο περισσότερο ζούμε όλοι, τόσο περισσότερο βλέπουμε ότι η πολύ περιορισμένη κομμουνιστική αλληλεγγύη που ασκείται μεταξύ όλων των επαναστατικών, και ιδιαίτερα όλων των Αναρχικών ομάδων ασκεί μια πολύ πιο ισχυρή επίδραση από ό,τι αν ασκούνταν, ακόμη και στην πλήρη έκτασή της, κάπου στα σύνορα του πολιτισμένου κόσμου! Θυμηθείτε την αλλαγή που προξενήθηκε σε όλη τη Ρωσική κοινωνία από το Μηδενισμό. Συγκρίνετε τα ήθη, τις συνήθειες της ζωής της περιόδου “Των παραμονών” του Τουργκένιεφ με τα σημερινά ήθη και συνήθειες. Για να μην αναφέρουμε ότι, παρά την προπαγάνδα μέσω του παραδείγματος, που πραγματοποιείται λιγότερο ή περισσότερο εδώ από όλους που τα έχουν σπάσει με τις παλιές μορφές, πηγαίνει από χέρι σε χέρι μια προπαγάνδα γενικών σοσιαλιστικών αρχών, Σοσιαλιστική αγκιτάτσια, και Σοσιαλιστική διαφώτιση των μαζών· και αυτό είναι που προετοιμάζει το δρόμο για τον Κομμουνισμό σε μεγάλη κλίμακα στις πόλεις του ίδιου του πολιτισμένου κόσμου.

Εκτός αυτού, όταν θυμάμαι τις πολυάριθμες αποικίες, που έχουν αρχίσει κατά τη διάρκεια των τελευταίων 50 ετών, και τον αριθμό των ανδρών και γυναικών, μερικούς από τους οποίους γνώριζα προσωπικά, των οποίων τις απτόητες ενέργειες και επιμονή δεν μπορώ παρά να θαυμάσω, και παρόλα αυτά να βλέπω τις αποτυχίες επίσημα, δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι υπάρχει κάποιος μεγάλος λόγος που δουλεύει εναντίον τέτοιων αποικιών.

Αυτοί οι λόγοι φαντάζομαι ότι είναι δύο, και τους συστήνω στην πιο προσεκτική εξέτασή σας: Πρώτον, οι αποικίες δεν είναι συνήθως πολυάριθμες. Εάν είστε μια μικρή οικογένεια, ενωμένη με δεσμούς κοινής εκπαίδευσης και χιλιάδων οικογενειακών δεσμών, μπορεί να πετύχετε. Αν είστε περισσότερο από αυτό, θα πρέπει να είστε πολυάριθμοι: 2000 ψυχές θα πετύχουν καλύτερα από ό,τι 200, εξαιτίας της ποικιλίας που θα υπήρχαν στους χαρακτήρες, τις ικανότητες, τις κλίσεις. Το άτομο και η προσωπικότητα του ατόμου πιο εύκολα εξαφανίζονται σε μια ομάδα 2000 από ό,τι σε μια ομάδα 200 ή 20. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να κρατήσεις 50 ή 100 άτομα συνεχώς σε πλήρη συμφωνία. Για 2000 ή 10.000 αυτό ΔΕΝ απαιτείται. Το μόνο που χρειάζεται να συμφωνήσουν ως προς μερικές επωφελείς μεθόδους κοινής εργασίας, και είναι ελεύθεροι αλλιώς να ζουν όπως θέλουν.

Η δεύτερη δυσκολία είναι η εξής: Οι χωρικοί αναμφίβολα πετυχαίνουν στην ίδρυση τέτοιων αποικιών επειδή, στην πατρίδα τους, οι συνθήκες είναι τόσο κακές που, μετά από 2 ή 3 χρόνια πολύ σκληρής δουλειάς, αισθάνονται καλύτερα από ό,τι πριν. Οι αποικίες τους διαλύονται μόνο όταν (μέσω ορισμένων ειδικών προϋποθέσεων) πέφτουν από το κακό στο χειρότερο.

Αλλά οι περισσότερες Κομμουνιστικές αποικίες αποτελούνται κυρίως από ανθρώπους οι οποίοι έχουν τοποθετηθεί, στην αποικία· σε χειρότερες υλικές συνθήκες από τις προηγούμενες. Όσο κακές και αν είναι οι παρούσες συνθήκες, ο εργαζόμενος σε μια πολιτισμένη χώρα, ΑΝ ΤΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΤΕΣ ΝΑ ΕΡΓΑΣΤΕΙ, και αν είναι ένας μέσος εργαζόμενος, έχει συγκεκριμένες συνθήκες ζωής, που στις περισσότερες περιπτώσεις δεν βρίσκει στην αποικία, όπου 5, 10, συχνά περισσότερα, χρόνια πρέπει να παλέψει εναντίον των πιο συντριπτικών δυσκολιών.

Στην αποικία εργάζεται σκληρά, και δεν έχει κανένα από τα μικροπράγματα που δίνει ο πολιτισμός, και που σε όλους μας αρέσουν τόσο πολύ, και δεν έχει καμία προοπτική να τα αποκτήσει. Αισθάνεται επίσης λιγότερο προσωπική ελευθερία στις δράσεις του – είναι πάντοτε το ζήτημα σε μικρές κοινότητες – και στερείται των υψηλότερων ερεθισμάτων που έχει στην πατρίδα του – ακόμη και του αγώνα σε μεγάλη αρένα που σε κάθε δραστήρια φύση αρέσει.

Αυτός είναι ο λόγος που, έχω προ πολλού τη σκέψη, ότι εάν ήμουν ένας από εκείνους που αρχίζουν αποικίες, δεν θα πήγαινα ποτέ στην ερημιά. Μια Κομμουνιστική Αποικία; Λοιπόν, το καλύτερο σημείο γι’ αυτήν είναι κοντά στο Λονδίνο ή κοντά στο Παρίσι! Και ακόμα κι αν ξεκινήσει χωρίς, ή με πολύ λίγο, κεφάλαιο ή γη, είμαι πεπεισμένος ότι οι στερήσεις που θα είχε κάποιος να επιβάλει στον εαυτό του για να κάνει μια τέτοια αποικία να ακμάσει σε ένα προάστιο του Λονδίνου θα ήταν πολύ μικρότερες από τις στερήσεις που πρέπει κανείς να αντέξει για να κάνει μια αποικία να ακμάσει στην Αργεντινή

Έχω διαβάσει ένα σωρό για τα πρώτα βήματα των αποίκων στην Αμερική, τόσο σε αρχεία όσο και σε ιδιωτικές επιστολές· είδα πολλούς αποίκους στις εύφορες πεδιάδες της κεντρικής Αμούρ στη Σιβηρία, οπότε έχω κάποια ιδέα για το τι είναι αυτές οι στερήσεις, και είμαι σταθερά πεπεισμένος ότι αν 20 από 200 άτομα είχαν υποστεί στερήσεις στην έναρξη μιας Κομμουνιστικής φάρμας κοντά στο Λονδίνο – θα ήταν ευκατάστατοι τώρα.

Φυσικά το κύριο πράγμα σε μια τέτοια περίπτωση θα ήταν να μην ασκήσουν τη γεωργία με τον τρόπο που ασκούνταν πριν από 2000 χρόνια, αλλά τη γεωργία που απαιτείται τώρα δηλαδή, κηπουρική και πιο εντατική καλλιέργεια, συνδυασμένης με ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ.

Όταν είδα στο Χάροου (ΒΑ προάστιο του Λονδίνου) τι επιτυγχάνεται από ένα φρικτό, βαρύ άργιλο από εντατική δουλειά μια Δουλειά που εξακολουθεί να είναι παιχνιδάκι σε σύγκριση με τη δουλειά που μια αποικία έχει να αντιμετωπίσει σε ανέπαφες χώρες – πάντα πίστευα ότι αν είχα γεννηθεί “άποικος” θα προσπαθούσα να αποικίσω εδώ, όχι στη Νότια Αμερική.

Λογική, εντατική κηπουρική για να ευδοκιμήσουν όλα τα είδη των λαχανικών (και ίσως να επιχειρήσει εντατική καλλιέργεια σιταριού) – καθοδηγούμενη από την εμπειρία πραγματικών κηπουρών και σύμφωνα με τις συμβουλές που λαμβάνονται άμεσα από τους γείτονες· αυτό από μόνο του μπορεί να δώσει σχεδόν το σύνολο των τροφίμων της αποικίας, και να πληρώσει το ενοίκιο, καθώς επίσης να επιτρέψει τη μέριμνα να αυξηθεί σταδιακά – ακόμα και αν το ήμισυ των ενηλίκων της αποικίας ήταν αναγκασμένοι να εργάζονται όλο το χρόνο σε ένα εργοστάσιο (ή, ακόμα καλύτερα, το ήμισυ μόνον του έτους), για να κερδίζουν τα απαραίτητα χρήματα· ενώ το άλλο μισό προερχόμενο από τη γη, από την εντατική καλλιέργεια, όλα όσα απαιτούνται για τα προς το ζην. Και μια τέτοια αποικία κοντά σε μια μεγάλη πόλη, θα είχε το πλεονέκτημα του να μην αποκοπεί από τον πολιτισμένο κόσμο· θα ήταν μέρος του, και θα απολάμβανε μερικές από τις χαρές του, που είναι τόσο ελκυστικές για κάποιον που έχει μια γεύση για τη μάθηση ή την τέχνη. Μια διάλεξη, καλή μουσική, μια καλή βιβλιοθήκη θα ήταν εύκολα προσβάσιμα από τον άποικο, για να μην πούμε ότι θα παρέμενε σε επαφή με τους Κομμουνιστές που συνεχίζουν το δραστήριο έργο της προπαγάνδας και αγκιτάτσιας εν μέσω του παλιού κόσμου· θα μπορούσε να ενταχθεί οποτεδήποτε ήθελε.

Είμαι πεπεισμένος ότι αν μια Κομμουνιστική αποικία μπορεί να συμβιώσει στη σημερινή μας κοινωνία μπορεί να ζήσει μόνο κοντά σε μια μεγάλη πόλη. Αλλά, ακόμη και στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι μονάχα ένα καταφύγιο για όσους έχουν εγκαταλείψει τη μάχη, που πρέπει να δοθεί – πρόσωπο με πρόσωπο με τον εχθρό…δεν χρειάζεται να σας πω ότι, αν η αποικία είναι να έχει οποιαδήποτε πιθανότητα επιτυχίας, δεν θα έπρεπε να έχει διευθυντές, επιστάτες, ψηφοδέλτια, οιοσδήποτε ψηφοφορίες Αυτά, και οι δολοπλοκίες που προκαλούν, ήταν πάντοτε τα εμπόδια των αποικιών. Είναι οι νέοι άποικοι λιγότερο έξυπνοι, λιγότερο ικανοί από ένα Ρωσικό χωριό MIR που πηγαίνει να εγκατασταθεί στη Σιβηρία; Οι Ρώσοι χωρικοί ζουν χωρίς εξουσία, συμφωνούν στις συναντήσεις τους για κοινή εργασία, και είναι αρκετά ευφυείς για να μην έχουν εξουσίες ή ψηφοδέλτια, και να καταλήγουν σε ομοφωνία στις αποφάσεις τους. Είναι οι Αυστραλοί κατώτεροι από αυτούς με οποιονδήποτε τρόπο ώστε να χρειάζονται ηγέτες;

http://aixmi.wordpress.com/

Χριστόφορος Μαρίνος

Λίγα λόγια για τον Αναρχικό Χριστόφορο Μαρίνο.

 

18 χρόνια έχουν περάσει από τη δολοφονία του Χ. Μαρίνου από ΕΚΑΜίτες στην καμπίνα 53, του πλοίου «ΠΗΓΑΣΟΣ», στο λιμάνι του Πειραιά. 18 χρόνια από την ημέρα που μία ανθρωποκτονία βαφτίστηκε «αυτοκτονία» από το κράτος και τους μηχανισμούς του. 18 χρόνια πριν τα μέσα καταστολής πέτυχαν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που στόχευαν, πέρασαν τον αγωνιστή Μαρίνο εκεί που του άξιζε, στη σφαίρα της «αθανασίας».

Ο Χριστόφορος Μαρίνος γεννήθηκε το 1967 και από μικρός είχε δείξει την απέχθειά του προς την εξουσία (λένε πως με τα χίλια ζόρια έβγαλε αστυνομική ταυτότητα, ενώ στο σχολείο του πήγαινε στον μαυροπίνακα της τάξης του, έπαιρνε το σφουγγάρι έσβηνε αυτά που είχαν γράψει οι δάσκαλοι και έγραφε: «Είστε σκλαβάκια», φράση που αφορούσε τόσο τους καθηγητές όσο και τους μαθητές…).

Τα πρώτα του κινηματικά βήματα, τα κάνει στις αρχές της δεκαετίας του 80′. Η εξέγερση του Πολυτεχνείο το 73′ ήταν ακόμα νωπή ενώ ταυτόχρονα ο Αναρχικός χώρος στην Ελλάδα προσπαθεί να φτιάξει μια ομοσπονδοποίηση των αναρχικών. Πραγματοποιούνται δυο πανελλαδικά συνέδρια και λίγο μετά δημιουργείται η «Ένωση Αναρχικών». Ο Χριστόφορος Μαρίνος γίνεται αμέσως μέλος με έντονη δράση. Οι εσωτερικές έριδες όμως είναι πολλές και φαίνεται πως κάνουν τον Χριστόφορο να αναζητήσει άλλα μονοπάτια.

Το όνομά του γίνεται για πρώτη φορά γνωστό τον Οκτώβριο του 1987. Ο Μαρίνος μαζί με τον Μιχάλη Πρέκα και τον Κλέαρχο Σμυρναίο επιχειρούν να απαλλοτριώσουν στη Καλογρέζα ένα κρατικό όχημα που διαθέτει ασύρματο. Ένας φιλήσυχος πολίτης τους βλέπει και ειδοποιεί την αστυνομία οι οποίοι σε χρόνο μηδέν έχουν περικυκλώσει την περιοχή. Οι τρεις αντιλαμβάνονται πως δεν θα γλιτώσουν. Ο Σμυρναίος κρύβεται κάτω από ένα όχημα όπου και συλλαμβάνεται μετά από λίγο. Οι Πρέκας και Μαρίνος μπαίνουν σε μια πολυκατοικία και προσπαθούν να βρουν καταφύγιο μέσα σε κάποιο διαμέρισμα.

Μπαίνουν μέσα στο σπίτι του Nίκου Kαρνή. Όχι σαν εισβολείς αλλά σαν άνθρωποι κυνηγημένοι που ζητούν βοήθεια. Ο πατέρας της οικογένειας προφασιζόμενος πως πάει να ετοιμάσει το αυτοκίνητο για την διαφυγή τους βγαίνει από το σπίτι και ειδοποιεί την αστυνομία! Λίγα λεπτά μετά ΕΚΑΜ και Αντιτρομοκρατική είναι κάτω από το σπίτι. Την ίδια στιγμή ο Μιχάλης Πρέκας, που πλέον έχει καταλάβει ότι δεν υπάρχει διέξοδος, ειδοποιεί τα κανάλια «για να δουν όλοι πως πεθαίνουν οι αναρχικοί», ξεκινάει την έφοδο για τον ουρανό. Βγαίνει στο μπροστινό μπαλκόνι κι εκεί οι αστυνομικοί τον εκτελούν (ενώ το επίσημο πόρισμα έλεγε ότι πυροβολήθηκε στο μπαλκόνι της πολυκατοικίας, η θανατηφόρα σφαίρα είχε πορεία προς τα κάτω, πράγμα που επιβεβαιώνει τους ισχυρισμούς ότι πυροβολήθηκε στο περιπολικό που τον παρέλαβε).

Η 17Ν, μετά από λίγο σε προκήρυξή της θα γράψει για το συμβάν:

“Πέρα απ’ τη συνεχή παραπληροφόρηση μέσω των δημοσιογράφων, σημειώνουμε την όλη επιχείρηση που κατάληξε στη στυγνή φασιστική δολοφονία του Πρέκα. Εκατοντάδες μπάτσοι με πολιτικά να ζητούν σα δήθεν αγανακτισμένοι πολίτες το λυντσάρισμά του πασχίζοντας να δημιουργήσουν συναίνεση για τη φασιστική πρακτική τους. Οι άνδρες των ειδικών δυνάμεων να ξυλοκοπούν το Μαρίνο και να το παρουσιάζουν μέσω των δημοσιογράφων ότι χτυπήθηκε από πολίτες. Τέλος η δολοφονία που είναι συνέπεια του συνδυασμού αλαλούμ της αμερικάνικης πολιτικής-διαταγής, που επιτάσσει να σκοτώνονται οι «τρομοκράτες» σε τέτοιες περιπτώσεις, και της ελληνικής ιδιαιτερότητας ο Πρέκας έκανε βόλτες στο μπαλκόνι κοροϊδεύοντας τους χωρίς να προφυλάσσεται που επέβαλλε να μη σκοτωθεί. Έτσι αυτή η δολοφονία διέλυσε το μύθο των ειδικών δυνάμεων, αποκάλυψε το πραγματικό τους ποιόν, τους ξεσκέπασε πανηγυρικά σαν μια συμμορία ανίκανων, θρασύδειλων χαραμοφάηδων. Έχοντας όλα τα πλεονεκτήματα με το μέρος τους, υπερσύγχρονο οπλισμό, αλεξίσφαιρα γιλέκα, έχοντας περικυκλώσει τον Πρέκα, όντας καμιά εκατοστή ακροβολισμένοι απέναντι σε έναν, δηλαδή παίζοντας εκ του ασφαλούς αφού δεν διέτρεχαν κανένα κίνδυνο, όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να τον συλλάβουν, αλλά μόλις ο Πρέκας εμφανίστηκε στο μπαλκόνι κι έριξε έναν πυροβολισμό στον αέρα, τα ‘καναν στην κυριολεξία και απάντησαν με καταιγισμό σφαιρών. Μπορούμε να πούμε λογικά ότι ο Πρέκας πέφτοντας δολοφονημένος απ’ τις σφαίρες τους, τους εκδικήθηκε άσχημα. Τους ξεβράκωσε με τον πιο εξευτελιστικό τρόπο.” (11/10/1987)

Μετά από λίγο ο Χριστόφορος παραδίνεται. Από εκεί και πέρα ξεκινάει ένα ανελέητο κυνήγι από το κράτος το οποίο τον βρίσκει επί της ουσίας να παλεύει μόνος του απέναντι σε όλους. Μετά από λίγα χρόνια αποφυλακίζεται και λίγο καιρό αργότερα διαφεύγει στην Ουγγαρία. Εκεί τον απαγάγουν Έλληνες αστυνομικοί και επιστρέφει στην Ελλάδα. Ακολουθεί η δίκη του για δεκάδες κακουργήματα όπου αθωώνεται. Το κράτος όμως δεν έχει καμία διάθεση να τον αφήσει ήσυχο. Το 1992 σε μια προφανώς στημένη υπόθεση η αστυνομία συλλαμβάνει στα Εξάρχεια τον Μαρίνο και τον Ν. Σκυφτούλη για κλοπή αυτοκινήτου. Ένα μήνα μετά αθωώνονται. Το 1994 ξανασυλλαμβάνεται για να ξανααθωωθεί για μια κλοπή… μπουφάν από το «Μινιόν».

Το 1995 το κράτος αποφασίζει να παίξει το τελευταίο του χαρτί απέναντι στον κίνδυνο που λέγεται Χριστόφορος Μαρίνος. Συλλαμβάνεται για ακόμα μια φορά καθώς σύμφωνα με την αστυνομία είχε εμπλοκή στην ένοπλη ληστεία στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας και το φόνο του ταμία Δημήτρη Mαντούβαλου. Οι συγκατηγορούμενοι του λένε πως εκείνος φταίει για το φόνο ενώ ένα μεγάλο κομμάτι του «χώρου» του αποδίδει σχέσεις με την Ασφάλεια. Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Χριστόφορος αποφασίζει να ξαναβαδίσει ολομόναχος και πραγματοποιεί την σκληρότερη απεργία πείνας που έχει γίνει ποτέ στον ελλαδικό χώρο αφού τρεις φορές πέφτει σε κώμα και άλλες τόσες οι γιατροί τον επαναφέρουν την τελευταία στιγμή. Αποφυλακίζεται με περιοριστικούς.

Στις 23 Ιουλίου του 1996 σπάει του περιοριστικούς όρους και ο Μαρίνος βρίσκεται «αυκτονημένος» στην καμπίνα του, μετά από εισβολή των ΕΚΑΜ, με ένα όπλο διαφορετικού διαμετρήματος από τη σφαίρα που βρέθηκε μέσα του.

Ο Μαρίνος πέθανε ακριβώς όπως έζησε όλη του τη ζωή, αγωνιζόμενος. Αγωνιζόμενος για τα ιδανικά του, για τα πιστεύω του, για τους συντρόφους του. Δυστυχώς όμως για το κάθε καθεστώς αυτοί οι θάνατοι είναι που δίνουν σημαντικά μαθήματα στο χώρο του κινήματος και του μαθαίνουν να αγωνίζεται για ιδέες που κανένας αστός, πολιτικάντης, αφεντικό και μπάτσος δεν μπορούν να καταλάβουν. Ίσως από ένα παρόμοιο θάνατο θα εμπνεύστηκε και θα έγραψε και ο Τάσος Λειβαδίτης: «Πάνω στα ματωμένα πουκάμισα των σκοτωμένων εμείς καθόμασταν τα βράδια και ζωγραφίζαμε σκηνές από την αυριανή ευτυχία του κόσμου. Έτσι γεννήθηκαν οι σημαίες μας.»

Πάτρα: Κάτω τα ξερά σας από την Κατάληψη “Κυλικείο Οκτάγωνο”

Δευτέρα 7 Ιουλίου σφραγίστηκε για δεύτερη φορά η Κατάληψη Κυλικείο Οκτάγωνο, που βρίσκεται στο πανεπιστήμιο, δίπλα από το πάρκο της ειρήνης.

Κάτω τα ξερά σας από την Κατάληψη Κυλικείο Οκτάγωνο

Δευτέρα 7 Ιουλίου σφραγίστηκε για δεύτερη φορά η Κατάληψη Κυλικείο Οκτάγωνο, που βρίσκεται στο πανεπιστήμιο, δίπλα από το πάρκο της ειρήνης. Οι εκκενωτές δεν αρκέστηκαν αυτή την φορά στο να αλλάξουν την κλειδαριά και να βάλουν μπάρες στην πόρτα, αλλά ξήλωσαν και όλα τα τραπέζια, τα παγκάκια, τις κούνιες και την μπασκέτα που υπήρχε στον εξωτερικό χώρο της κατάληψης.

Ο λόγος της εκκένωσης είναι ο αναμενόμενος. Η κατάληψη αυτή εδώ και τέσσερις μήνες έχει συνεισφέρει, για αρκετό κόσμο του πανεπιστημίου (και όχι μόνο), στη δημιουργία μιας καθημερινότητας διαφορετικής από αυτήν που μας πλασάρουν σαν μονόδρομο. Λειτουργώντας αυτοοργανωμένα, ενάντια σε εμπορευματικές σχέσεις και lifestyle καλούπια, με άξονα την κάλυψη των κοινωνικών, βασικών μας αναγκών και όχι το κέρδος, δείχνει έμπρακτα πως το τρίπτυχο πανεπιστήμιο-καφετέρια-σπίτι δεν είναι η μόνη επιλογή. Κατά τη διάρκεια αυτού του τετραμήνου έχουν πραγματοποιηθεί δεκάδες εκδηλώσεις, πολιτικού και πολιτιστικού περιεχομένου, στη βάση των αρχών που εξηγήσαμε παραπάνω. Μα φυσικά, τέτοια πράγματα στις μέρες μας δεν επιτρέπονται!

Και ποιον βρήκαμε απέναντι μας; Μια εταιρεία, την patras catering (ενοικιαστή του Πάρκου της Ειρήνης), και τους πιστούς συνεργάτες της, τη διοίκηση του πανεπιστημίου, με μπροστάρηδες τον αντιπρύτανη Παντελή Κυπριανό και τον πρύτανη Γιώργο Παναγιωτάκη. Η patras catering δεν αρκείται στο πάρκο της ειρήνης που έχει νοικιάσει, δεν αρκείται σ’ όλον τον περιβάλλοντα χώρο που πάει πακέτο με το πάρκο, αλλά θέλει ολόκληρο το φιλέτο, συμπεριλαμβανομένου και του χώρου που έχουμε καταλάβει και λειτουργούμε. Επειδή λοιπόν τους χαλάμε τη μόστρα για τις φιέστες τους, επειδή η επιθυμία τους για περαιτέρω πλούτο είναι ακόρεστη, επειδή στην τελική εμείς και αυτοί είμαστε φύσει ανταγωνιστικοί μεταξύ μας, εκκενώνουν την κατάληψη.

Από μεριάς μας, θεωρούμε πως είμαστε οι καταλληλότεροι για να διαχειριστούμε αυτό το χώρο. Καταλληλότεροι, όχι «γενικά κι αόριστα», αλλά για όσους βάζουν την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών πάνω από το κέρδος. Για όσους η τσέπη τους δε μπορεί να σηκώσει έναν ακριβό καφέ, για όσους πιστεύουν πως η ανάγκη για συνεύρεση κι ανθρώπινη επικοινωνία δε χωράει και δεν πρέπει να βρίσκεται κάτω από τη στέγη ενός μαγαζιού.

Κλασικό επιχείρημα του πρύτανη Παναγιωτάκη εναντίον μας είναι πως «οι καταληψίες θέλουν μόνο για την πάρτη τους και τον περιβάλλοντα χώρο της κατάληψης». Η πραγματικότητα όμως τους διαψεύδει. Όπως είπαμε, στον εξωτερικό χώρο είχαμε μόνιμα τοποθετημένα τραπέζια, παγκάκια, μπασκέτα, κούνιες, με σκοπό να τα χρησιμοποιεί ο καθένας που περνάει από το μέρος. Όλα τα πράγματα αυτά εξαφανίστηκαν στα πλαίσια του σφραγίσματος. Βλέπουμε λοιπόν, πως αντιλαμβάνεται η πρυτανεία την κοινωνική χρήση των δημόσιων χώρων. Καλά θα κάνουν οι κύριοι αυτοί να καταλάβουν πως ο πραγματικός αποκλεισμός των δημόσιων χώρων γίνεται όταν για να μπορέσεις να κάτσεις σε ένα τραπέζι πρέπει σώνει και καλά να πληρώσεις.

Να υπενθυμίσουμε αυτό που είχαμε δηλώσει, πριν κάποιους μήνες: «μπορείτε να κοιμάστε ήσυχοι, όντας σίγουροι πως θα πετύχετε το σκοπό σας. Έτσι κι αλλιώς, έχετε έναν ολόκληρο μηχανισμό από αστυνόμους, δικαστές και δημοσιογράφους στη διάθεση σας να σας υπηρετούν με συνέπεια. Αλλά να είστε σίγουροι και για κάτι ακόμα: πως δεν είμαστε τόσο λίγοι όσο νομίζετε, πως δε θα παραιτηθούμε από αυτά που μας αναλογούν, πως θα μας βρίσκετε συνεχώς μπροστά σας.» Τώρα και στο μέλλον.

Κατάληψη “Κυλιεκίο Οκτάγωνο”

oktagwno.squat.gr

Συνέλευση για το δικαστήριο της επίθεσης στο στέκι Αντιπνοια – Παρασκευή 18 Ιουλίου 20:00 στο Πολυτεχνείο

Συνέλευση εν’όψει του δικαστηρίου για την επίθεση στο στέκι Αντίπνοια την Παρασκευή 18 Ιουλίου 20:00 στο Πολυτεχνείο

Σήμερα Δευτέρα 30 Ιουνίου στις 7 η ώρα το απόγευμα, ομάδα 20 περίπου ατόμων από τη γνωστή φασιστική γκρούπα της «Χρυσής Αυγής» πραγματοποίησαν επίθεση στο αναρχικό-αντιεξουσιαστικό στέκι Αντίπνοια στα Κάτω Πετράλωνα. Εισβάλλοντας στο στέκι «χαιρέτισαν» φασιστικά φωνάζοντας «με τους χαιρετισμούς της Χρυσής Αυγής», και στη συνέχεια επιτέθηκαν με μαχαίρια σε δύο από τα τέσσερα άτομα που βρίσκονταν εκείνη την ώρα μέσα στο στέκι. Τους τραυμάτισαν στα πόδια και στο κεφάλι και στη συνέχεια απομακρύνθηκαν όπως ήρθαν, με μηχανές μεγάλου κυβισμού. […]”

Κείμενο του στεκιού την μέρα της επίθεσης

 

          Στις 30 Ιουνίου του 2008 το αναρχικό στέκι Αντίπνοια, στα Κάτω Πετράλωνα, δέχθηκε οργανωμένη επίθεση από 15-20 παρακρατικούς της χρυσής αυγής. Εκείνη την ώρα βρίσκονταν μέσα στο χώρο 4 άτομα που έκαναν μαθήματα Ισπανικών. Το αποτέλεσμα ήταν ο τραυματισμός, με μαχαίρι, δύο συντρόφων, ένας εκ των οποίων σοβαρά. Από την πρώτη στιγμή κιόλας, η αλληλεγγύη μας συγκίνησε, τόσο για την αμεσότητα όσο για τον όγκο της. Τα αντανακλαστικά του κόσμου του κινήματος λειτούργησαν άμεσα και έτσι πρώτη απάντηση δόθηκε την ίδια μέρα. Αργά το βράδυ πραγματοποιήθηκε αυθόρμητη πορεία προς το αστυνομικό τμήμα των Κάτω Πετραλώνων από 300 περίπου άτομα ενώ για αρκετό καιρό τόσο στο στέκι όσο και στο νοσοκομείο (που νοσηλευόταν ο ένας σύντροφος) κόσμος από τη γειτονία και από τον αγώνα εξέφραζε, με κάθε τρόπο, την αλληλεγγύη του.

Αυτή η επίθεση δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό. Αντιθέτως, σε μια περίοδο έντονης κοινωνικής όξυνσης όπως ήταν εκείνη, η δράση παρακρατικών συμμοριών ενάντια σε πολιτικούς και κοινωνικούς χώρους αυξάνεται (παραδείγματα είναι οι επιθέσεις στο Θερσίτη στο Ίλιον, με εκρηκτικό μηχανισμό, οι εμπρησμοί στη Βίλα Αμαλίας στην Αχαρνών και στο Πραπόπουλο, στο Χαλάνδρι).

Πάγια τακτική του κράτους, σε τέτοιες περιόδους είναι να χρησιμοποιεί τους παρακρατικούς του μηχανισμούς, παράλληλα με τις κρατικές δυνάμεις καταστολής για να αναχαιτίσει τους αγώνες και να τρομοκρατήσει όσους συμμετέχουν σε αυτούς. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονταν και οι παραπάνω επιθέσεις. Ενώ ο παρακρατικός ρόλος αυτών των συμμοριών έγκειται και στο γεγονός ότι όλη αυτή η δράση γινόταν με την ανοχή και τη συνεργασία του κράτους, κυρίως μέσα από τις δυνάμεις καταστολής.
Εξόφθαλμα και ενδεικτικά παραδείγματα της αγαστής συνεργασίας τους ήταν η 2 Φλεβάρη του 2008 όπου χρυσαυγίτες (κάποιοι εκ των οποίων και υποψήφιοι) επιτίθονταν, μαζί τις διμοιρίες των ματ, σε αντιφασιστική διαδήλωση όπου και μαχαίρωσαν δύο διαδηλωτές. Το δεύτερο είναι το “πείραμα’’ του Αγ. Παντελεήμονα, όπου η χρυσή αυγή, χρησιμοποιώντας ως προμετωπίδα μια επιτροπή κατοίκων, αποτέλεσε, πάλι σε συνεργασία με την αστυνομία, το επιχειρησιακό κομμάτι στον κεντρικό κρατικό σχεδιασμό για την εκκαθάριση της περιοχής από τους μετανάστες.

 

Γυρίζοντας στην υπόθεσή μας, λίγη ώρα μετά την επίθεση στο Αντίπνοια, στην ίδια περιοχή, προσάγονται από την τροχαία δύο φασίστες που επέβαιναν σε μηχανάκι και αφού βρίσκουν πάνω τους δύο μαχαίρια και ένα τσεκούρι, ομολογούν ότι είναι μέλη της χρυσής αυγής και ότι συμμετείχαν στην επίθεση. Πρόκειται για τον Βασίλη Σιατούνη (ο οποίος υπήρξε και υποψήφιος της χ.α. στις προηγούμενες νομαρχιακές εκλογές) και τον Αθανάσιο Στράτο.

Οι κατηγορίες εις βάρος τους είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα και από τον Ιούλιο του 2008 ξεκινάει μια διαδικασία στην οποία οι φασίστες ζητάνε συνέχεια αναβολές και αποφεύγουν την παρουσία τους στα δικαστήρια, καθώς εκεί δέχονται την οργή συντρόφων και αγωνιστών και δεν έχουν καμιά δημόσια στήριξη από μεριά του φασιστικού κόμματος.

Επί τρία χρόνια αυτή είναι η κατάσταση, μέχρι που στις 2 Μαΐου του 2011, μέρα που είχε οριστεί η δίκη, βρεθήκαμε αντιμέτωποι στην Ευελπίδων με ένα τάγμα εφόδου πρωτοκλασάτων στελεχών της ηγεσίας της χ.α. (μεταξύ των οποίων οι Λαγός και Κασιδιάρης), που παρ’ ότι δημόσια είχε αποποιηθεί τη σχέση της με το γεγονός, με την παρουσία τους ανέλαβε επί της ουσίας την πολιτική ευθύνη της συγκεκριμένης επίθεσης. Μετά από συμπλοκή τράπηκαν σε φυγή με τη συνοδεία ΜΑΤ και η δίκη έγινε ερήμην τους. Το αποτέλεσμα ήταν η αναβάθμιση του κατηγορητηρίου σε κακουργήματα και η παραπομπή της διαδικασίας στο μεικτό ορκωτό. Από τότε η υπόθεση θάφτηκε, σε μια περίοδο στην οποία γινόταν αβαντάρισμα της χρυσής αυγής σε όλα τα πεδία, συνθήκη που έδωσε καρπό μετά τις εκλογές του 2012.

Ένα χρόνο αργότερα, το Σεπτέμβριο του 2013, έγινε η “ξαφνική’’ δολοφονία του Παύλου Φύσσα από χρυσαυγίτη, συμβάν που έρχεται να χρησιμοποιηθεί, από το κράτος, κατά το δοκούν. Για επικοινωνιακούς λόγους αλλά και ενδοσυστημικούς ανταγωνισμούς (ψηφοθηρία, το κράτος διαχειριστής-εγγυητής της δημοκρατίας και η θεωρία των δύο άκρων), ανακαλύπτεται ο καθεστωτικός “αντιφασισμός’’ και “οι θεσμοί επιτέλους θα κάνουν τα δέοντα’’. Η δικαιοσύνη θα δικάσει, η αστυνομία θα συλλάβει, τα ΜΜΕ θα αποκαλύψουν και ο πολιτικός κόσμος θα απομονώσει!!!

Στο πλαίσιο αυτού του κυνικού πανηγυρισμού όπου συμμετέχουν όσοι έπεσαν από τα σύννεφα, θυμήθηκαν και πάλι την υπόθεσή μας, εντάσσοντάς την στη δικογραφία περί εγκληματικής οργάνωσης, προσπαθώντας με αυτό τον τρόπο να μας βάλουν στο παιχνίδι τους σαν χρήσιμα πιόνια. Στα τέλη του περασμένου Νοέμβρη κληθήκαμε στην ανακρίτρια ως μάρτυρες για την εν λόγω υπόθεση. Η παρουσία μας, επομένως ήταν υποχρεωτική, και η θέση μας δεν ήταν μόνο να βγάλουμε λόγο για το φασισμό και το παρακράτος αλλά επίσης να κάνουμε ξεκάθαρο ότι δεν δεχόμαστε να είμαστε κομμάτι του “καθεστωτικού αντιφασισμού”.

Το οικονομικό-πολιτικό σύστημα, δηλαδή ο καπιταλισμός και η δημοκρατία του, ευθύνεται για την ύπαρξη και την υποστήριξη του φασισμού, είτε στη μορφή του παρακράτους είτε στην πιο νομιμοποιημένη μορφή του σαν πολιτικό σχήμα. Μέσα από την συνολική κρίση και θέλοντας να διασφαλίσει την κυριαρχία του, το κράτος τροφοδοτεί τον κοινωνικό κανιβαλισμό, υιοθετεί ακροδεξιά ατζέντα, οξύνει την καταστολή (αναβαθμίζοντας το νομικό του οπλοστάσιο ποινικοποιώντας τους αγώνες, διώκοντας δριμεία τους αγωνιστές, ενισχύοντας την αστυνομία). Έτσι προμόταρε τη χρυσή αυγή όχι μόνο συγκαλύπτοντας τις επιθέσεις αλλά προωθώντας την και σε ιδεολογικό επίπεδο και, εν τέλει, βοηθώντας την μέσα σε δύο χρόνια να ανεδείχθη από την “αφάνεια’’ στο 7%. Οποιαδήποτε ρητορική λοιπόν περί αντιφασισμού, όταν προέρχεται από οποιοδήποτε μηχανισμό του κράτους, δεν μπορεί να μας θολώσει.

Ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό είναι ταυτόχρονα και αγώνας ενάντια στο φασισμό και δίνεται στους δρόμους, στους χώρους εργασίας, στις γειτονιές, στις σχολές, στο περίγυρό μας. Εμείς οι από τα κάτω, μέσα από τους κοινωνικού- ταξικούς αγώνες στεκόμαστε απέναντι σε ένα πολύπλοκο και ισχυρό σύστημα, που προωθεί τις ανισότητες, την ιεραρχία και τους διαχωρισμούς. Ο κόσμος της ισότητας, της ελευθερίας και της αλληλεγγύης απέναντι στο κόσμο της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης.

 

Μετά από έξι χρόνια συνολικά, στις 19 Σεπτέμβρη του 2014 θα γίνει το δικαστήριο για την επίθεση στο στέκι . Όπως κάθε στιγμή από τη μέρα της επίθεσης, δεν θεωρούμε ότι αυτή η υπόθεση αφορά μονάχα εμάς. Από τη μία, γιατί αν στο στόχαστρο του παρακράτους τότε μπήκε το στέκι Αντίπνοια και τα πρόσωπα που το στηρίζουν, ήταν γιατί ήταν, είναι και θα είναι ένα από τα πολλά σημεία αναφοράς στον κοινωνικό-ταξικό αγώνα και από την άλλη  δεδομένου του περιεχομένου της δίκης και του ρόλου που θέλει το σύστημα να διαδραματίσει ώστε να εξυπηρετήσει τους σχεδιασμού του.

Γι’ αυτό καλούμε σε δημόσια κουβέντα συλλογικότητες και άτομα του αναρχικού- αντιεξουσιαστικού χώρου,την Παρασκευή 18 Ιουλίου στις 20:00 στο Πολυτεχνείο  προκειμένου να οργανώσουμε την παρουσία μας στα δικαστήρια, να καθορίσουμε τους όρους με βάση τους οποίους χρησιμοποιούμε τους θεσμούς ώστε να διασφαλίσουμε πως δεν θα γίνει πεδίο σπέκουλας του κράτους, της καθεστωτικής αριστεράς και βορά στα κοράκια της δημοσιογραφίας και να αναδείξουμε τη στάση μας απέναντι στο αντίπαλο στρατόπεδο.

Γιατί ο αγώνας μας δεν ξεκινά ούτε τελειώνει στις δικαστικές αίθουσες της αστικής δικαιοσύνης. Αντίθετα χτίζεται, παλεύεται, ομορφαίνει και χειραφετείται στις δομές αλληλεγγύης, ισότητας και ελευθερίας.

 

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ ΕΙΝΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ.

Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΤΣΑΚΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ.