Μπορεί η ινδιάνικη κοινοτική συμβίωση να εμπλουτίσει την αναρχική θεώρηση;

Είναι σίγουρα λογικό πως η συστηματική ενασχόληση μας με τον βίο και τα πεπραγμένα των ινδιάνικων φυλών γεννά σε ένα μέρος των αναγνωστών πλήθος ερωτημάτων. Γιατί, τέλος πάντων, μια αναρχική ομάδα «σπαταλά» χρόνο στη μελέτη και ανάδειξη τέτοιων ζητημάτων; Μας προτείνουν μήπως να ζήσουμε σαν ινδιάνοι; Μήπως τελικά εξιδανικεύονται πράγματα και καταστάσεις, στο όποιο προχώρημα της αναρχικής θεώρησης; Είναι εύλογο να γεννούνται αγαθοπροαίρετες απορίες σχετικά με το εν λόγω ζήτημα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά.

Κατ’ αρχάς, όταν γίνεται λόγος για ινδιάνικες φυλές, ομιλούμε για ανθρώπους που ουδεμία σχέση είχαν με τον πολιτισμό και την πολιτική, πριν ο λευκός κατακτητής εισβάλει στην γη τους. Κι εδώ, προς αποφυγή κάθε παρεξηγήσεως, ας ξεκαθαρίσουμε πως η προσθήκη στο ουσιαστικό «γη» (δηλαδή το άρθρο «τους») δεν ήταν κτητική, εφ’ όσον γι’ αυτούς η γη δεν σήμαινε ιδιοκτησία. Από τη στιγμή, μάλιστα, που λιγότεροι ινδιάνοι ασχολήθηκαν –κι αυτό σε περιορισμένο βαθμό- με την γεωργία, αλλά κυρίως ήταν κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες, η γη σήμαινε τον τόπο, που μεγάλωσαν, έζησαν και πέθαναν οι προπάτορές τους. Αυτό που λέμε πατρίδα (και μητρίδα, βεβαίως), αλλά δυστυχώς έχει ταυτιστεί στρεβλά με τα έθνη, τον εθνικισμό και το κράτος. Πατρίδα και μητρίδα, λοιπόν, είναι η πατρική και μητρική γη∙ μία έννοια που βοηθά τον άνθρωπο, εν πρώτοις, ν’ αποκτήσει και συν το χρόνο να εξελίξη την σχέση του με το φυσικό περιβάλλον στο οποίο διαβιοί.

Κάτι τέτοιο φαίνεται πιθανώς ακατανόητο στους εξουσιαζόμενους του σήμερα, που ούτε σε φυσικό περιβάλλον μεγαλώνουν, αλλά και η συνέχειά τους σε έναν τόπο δεν ξεπερνά τις λίγες δεκαετίες. Για τους ινδιάνους ήταν αλλοιώς∙ δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο για γενιές ολόκληρες να ξαποσταίνουν κάτω από τον ίσκιο της ίδιας βελανιδιάς. Οπότε, η σχέση τους με το φυσικό περιβάλλον ήταν πέρα από την κοντόφθαλμη χρηστική σφαίρα αντίληψης τού πολιτισμένου εξουσιαζόμενου. Ποιος θα μπορούσε να υπερβεί μια τόσο έντονα συναισθηματική σχέση και να κόψει ένα δέντρο, που αν μη τι άλλο, είναι μητρίδα και πατρίδα του; Για τον λόγο αυτό αρκούνταν στα νεκρά πεσμένα του κλαδιά. Αυτή είναι και η ουσιαστική αιτία εκκίνησης της άδολης μεταφυσικής τους προσέγγισης για τον κόσμο που τους περιέβαλε. Πρόβαλαν το υπερβατικό στο χώμα, τους βράχους, τα δέντρα, τα ζώα, το φεγγάρι, τον ουρανό, ακριβώς γιατί τα αντιλαμβάνονταν ως μητρίδα και πατρίδα τους, σάρκα από την σάρκα και πνεύμα από το πνεύμα τους. Αντιθέτως, ο σημερινός εξουσιαζόμενος, εγκαταλείπει την όποια συνέχειά του σε έναν τόπο, για «ένα καλύτερο μέλλον», δίχως οι μνήμες του να είναι τόσο ισχυρές, ώστε να τον κρατήσουν εκεί όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε. Ο τόπος κατάντησε να έχει χρηστική αξία κι αν δεν πληροί τις προϋποθέσεις, που θέσαμε εξ αρχής, σαν προϊόν μαθαίνουμε να τον αντικαθιστούμε.

Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν∙ ουδεμία σχέση έχει η σημασία της πατρίδας και μητρίδας για τους απολίτιστους με το πολιτικό ιδεολόγημα του πατριωτισμού των πολιτισμένων. Κι εξ άλλου δεν είναι και η μοναδική περίπτωση, όπου οι εξουσιαστές στρέβλωσαν με την βία στοιχεία των ελεύθερων ανθρώπινων κοινοτήτων, για να κατασκευάσουν πολιτικά εργαλεία. Θα μπορούσε να αναφερθεί η συντροφικότητα που εκφυλίστηκε εν πολλοίς σε παρεϊσμό, η ανεμπόδιστη εξέλιξη της γλώσσας που έχει πλέον μετατραπεί σε μείζον εργαλείο χειραγώγησης, ακόμη και η πηγαία έκφραση της τέχνης, που γίνεται εδώ κι αιώνες δεκανίκι της κυριαρχίας κατά το συνηθέστερον. Ας μην ξενίζει, λοιπόν, το γεγονός πως η αναφορά και μόνον της λέξης πατρίδα φέρνει στον νου σημαίες και ένστολους μακελάρηδες∙ η κυριαρχία φρόντισε να την ταυτίσει στο θυμικό των ανθρώπων ως συνώνυμο του κράτους εν γένει και των δεινών φυσικά που απορρέουν απ’ αυτό. Δεν είναι ωστόσο έτσι τα πράγματα. Η πατρίδα και μητρίδα, ως έννοιες, είναι κατά πολύ παλαιότερες από τον πολιτισμό και την πολιτική και επιπροσθέτως πλήρως ανταγωνιστικές.

Οι ινδιάνικες φυλές, λοιπόν, και πατρίδα είχαν και την υπερασπίστηκαν ενάντια στον πολιτισμένο κατακτητή, ακριβώς διότι πατρίδα γι’ αυτούς ήταν το σύνολο του απολίτιστου κόσμου, υλικού και άυλου∙ όχι μια κρατική οντότητα που τους καταπίεζε στο όνομα ενός πατριωτικού (ή και διεθνούς βεβαίως) ιδεολογήματος. Πολέμησαν έτσι για την σωτηρία της κοινότητάς τους, για να γλιτώσουν από τον αφανισμό την ελεύθερη κουλτούρα τους∙ όχι για να στηρίξουν την μία μορφή σκλαβιάς έναντι της άλλης. Ακόμη κι όταν βοήθησαν τον αγγλικό ή γαλλικό στρατό στην μεταξύ τους διαμάχη ή σε αυτήν ανάμεσα στις νεοσύστατες τότε Η.Π.Α και το Βρετανικό στέμμα, οι προθέσεις τους ήταν αγαθές∙ οι μεν ή οι δε τους έταξαν –βεβαίως ψευδώς– πως αν πολεμούσαν για λογαριασμό τους, θα τους άφηναν να ζήσουν ανεμπόδιστα την υστεραία των εχθροπραξιών. Εν ολίγοις, τους ξεγέλασαν. Ο αγώνας τους δεν εξυπηρέτησε καμία απολύτως σκοπιμότητα. Ήταν αγνός και έντιμος και ουδέποτε πολιτικοποιήθηκε. Γι’ αυτό, θεωρούμε πως αποτελεί παράδειγμα συνολικά απελευθερωτικού αγώνα, για τους αγωνιζόμενους τού σήμερα.

 

Ας δούμε τώρα το ιδιαίτερον της γενοκτονίας των ινδιάνικων φυλών. Δεν θα μπούμε στη λογική των αριθμών, συγκρίνοντάς την –όσον αφορά το πλήθος των θυμάτων– με άλλες που συνέβησαν πρωτύτερα ή μεταγενέστερα. Η ιδιαιτερότητά της έγκειται στο τί ακριβώς χάθηκε μέσα από αυτή την γενοκτονία. Μήπως μόνον οι άνθρωποι; Μήπως επίσης και η φυσική μορφολογία του γεωγραφικού χώρου που τους περιέβαλε; Σίγουρα. Ωστόσο δεν είναι μόνο τα ανωτέρω. Αυτό που χάθηκε είναι το σύνολο μιας ελεύθερης κουλτούρας, μιας απολίτιστης, αρμονικής σχέσης του ανθρώπου με το έμβιο και μη περιβάλλον, μιας ζωής που ναι μεν δεν ήταν Αναρχική, όπως οι αναρχικές ομάδες την οραματίζονται, αλλά ωστόσο ήταν σε μεγάλο βαθμό κοντά στην απόλυτη ελευθερία. Όλο αυτό πέρασε από την ύπαρξη στην μνήμη. Εν τούτοις, μια μνήμη που έχει ουκ ολίγες εξουσιαστικές προσμίξεις και στρεβλώσεις. Είναι, λοιπόν, ιδιαίτερα σημαντικό να την αποκρυσταλλώσουμε, κατά το δυνατόν, αναδεικνύοντας την απελευθερωτική αλήθεια και πετώντας το εξουσιαστικό ψεύδος.

Θα μπορούσε, επί παραδείγματι, να πει κάποιος, πως και η γενοκτονία των εβραίων από τους ναζί ή των αρμενίων από τον στρατό και τις πολιτοφυλακές των τούρκων, είχε παρόμοια επιρροή στην ιστορική συνέχεια των εν λόγω λαών. Ωστόσο δεν είναι ακριβώς έτσι. Ούτε ο πολιτισμός των εβραίων χάθηκε ούτε αυτός των αρμενίων, παρά τα εκατομμύρια των σφαγιασθέντων. Όσοι επιβίωσαν των σφαγών, κατάφεραν να συνεχίσουν την μνήμη του λαού τους, καθώς αυτή ήταν κυρίως εγγεγραμμένη μέσα στον πολιτισμό και την κυριαρχία∙ όχι στην ελεύθερη κουλτούρα. Δεν πέρασαν στη λήθη αυτά που για χιλιετίες θεωρούσαν ως πολιτισμικές τους ρίζες. Κι αυτό διότι στις περιπτώσεις αυτές αφ’ ενός οι δολοφονηθέντες ήταν ήδη εξουσιαζόμενοι και αφ’ ετέρου εδώ και αναρίθμητα χρόνια ήταν πολιτισμένοι∙ με άλλα λόγια σκλάβοι όμως και εμείς. Οι ινδιάνοι δεν ήταν ούτε το ένα ούτε το άλλο∙ γι’ αυτό και ο κόσμος τους χάθηκε. Στην περίπτωση τους έχουμε την απέλπιδα ένοπλη άμυνα ελεύθερων και απολίτιστων ανθρώπων, ενάντια στην πανίσχυρη κρατική μηχανή∙ την δροσιά της βελανιδιάς απέναντι στην κόψη του ξίφους. Ακόμη και ο «επινοητής» του όρου γενοκτονία, αρχισφαγέας Ιούλιος Καίσαρας, αφάνισε λαούς –κέλτικης κυρίως καταγωγής– που ήταν όμως σε άμεση επαφή με τον πολιτισμό για αιώνες∙ είτε ως στρατιώτες και μέτοικοι στις πολιτισμένες επικράτειες είτε ως έμποροι. Αυτό που έγινε, λοιπόν, με τους ινδιάνους δεν είχε ιστορικό προηγούμενο.

Δεν μπορούμε, βέβαια, να παραβλέψουμε μια εμπειρία, με την οποία μας έφερε αντιμέτωπους η ίδια η αναζήτηση του τρόπου ζωής των ινδιάνων. Τα περισσότερα απ’ όσα ξέρουμε γι’ αυτούς μας τα παρέδωσαν είτε ιεραπόστολοι είτε κατακτητές, με στρατιωτική και συχνά επιστημονική περιβολή. Οι ίδιοι οι λεγόμενοι κοινωνικοί ανθρωπολόγοι, που ήρθαν σε επαφή με ελεύθερες φυλές ανά τον πλανήτη, τις περιέγραψαν στη συντριπτική τους πλειοψηφία με βάση την δική τους άποψη για τη ζωή, προσδίδοντάς τους δικά τους στοιχεία που δεν διέθεταν. Για παράδειγμα, επειδή οι ίδιοι αντιλαμβάνονταν ως δεδομένη την εξουσία, έψαχναν να την βρουν μέσα στην κοινοτική συμβίωση, ακόμη κι όταν δεν υπήρχε. Για να το πούμε και λίγο πιο χοντροκομμένα, σήμερα πολλοί συνηθίζουν να αποκαλούν το λιοντάρι βασιλιά της ζούγκλας, προσδίδοντάς του έναν πολιτισμικό ρόλο που βέβαια δεν είχε ούτε διεκδίκησε. Στη φύση δεν κυκλοφορούν λιοντάρια με κορώνες, αλλά έχει τόσο καθιερωθεί ο τίτλος, που μπορεί και να το πιστέψουμε στ’ αλήθεια τελικά. Αν σκεφτούμε, μάλιστα, ότι οι πολιτισμένοι θεωρούν δεδομένο ότι πριν και μετά τον πολιτισμό υπήρχε μόνο κενό και ότι ο λεγόμενος νόμος της εξέλιξης θέλει την αντικατάσταση των άγριων, δηλαδή των αδύναμων και οπισθοδρομικών, απ’ τους ισχυρούς και φορείς της προόδου, τότε η ανάδειξη τέτοιων θεμάτων έρχεται να τους διαψεύσει.

Και για όσους ενδεχομένως θεωρούν πως οι ινδιάνικες φυλές δεν χάθηκαν, πως υπάρχουν ακόμη (κυριολεκτικά) στα χαρτιά, ακόμη και κάποιες εκ των ομοσπονδιών τους, τους απαντούμε το εξής: αν η αποτρόπαιη θέα ενός βαλσαμωμένου λύκου μπορεί να μεταφέρει ακόμη την θέρμη της ανάσας του στον παρατηρητή, τότε οι εκπολιτισμένοι ινδιάνοι μπορούν να νοούνται ως συνέχεια αυτών που χάθηκαν. Δυστυχώς όμως, δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα. Ζουν σε μεγάλα και μικρά αστικά κέντρα και είναι εξουσιαζόμενοι όπως και οι υπόλοιποι λαοί της επικράτειας των Η.Π.Α. Η όποια καρικατούρα «απολίτιστης» κουλτούρας με χαϊμαλιά, ονειροπαγίδες και φτερά αετού είναι καταφύγιο για τους αφελείς και χρήμα στις τσέπες των επιτήδειων. Ο κόσμος τους υπήρξε έτη φωτός πέρα από τον όποιο ανώδυνο και ανούσιο υλικό μιμητισμό.

Είναι σημαντικό επίσης να δούμε την λειτουργία των ινδιάνικων συμβουλίων, καθώς η ανεξούσια ζωή πρωτίστως γεννάται ή όχι μέσα από τον τρόπο λήψης των αποφάσεων. Έχουμε ήδη παρουσιάσει φυλές, αλλά και ολόκληρες ομοσπονδίες, όπου για να ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση, ετίθετο ως απαραίτητη προϋπόθεση η πλήρης ομοφωνία. Σ’ αυτές εν τούτοις συμμετείχαν όλοι; Άντρες και γυναίκες; Σε κάποιες όχι σε κάποιες ναι. Προφανώς και από αναρχικής σκοπιάς μας αφορούν οι δεύτερες. Ποιος ήταν ο ρόλος του αρχηγού-συμβούλου; Η βούλησή του επιβαλλόταν ή όχι στους υπολοίπους; Κι αυτό εν μέρει έχει απαντηθεί. Στις περισσότερες ινδιάνικες φυλές η θέση του αρχηγού συμβούλου ήταν μια θέση τεράστιας ευθύνης, την οποία λάμβανε κάποιος έπειτα από συναίνεση των ανθρώπων της κοινότητάς του. Υπήρξαν μάλιστα και καταγεγραμμένες περιπτώσεις, όπου ινδιάνοι αρνήθηκαν αυτή την θέση, θεωρώντας εαυτούς μη ικανούς. Επίσης η θέλησή του δεν επιβαλλόταν στους υπόλοιπους, ενώ οι αποφάσεις λαμβάνονταν έπειτα από συζητήσεις, οι οποίες μπορεί να διαρκούσαν ακόμη και πολλά μερόνυχτα.

koin_3

 

 

 

 

 

 

 

Άξια, βεβαίως, λόγου είναι και η σχέση τους με τον χρόνο. Όντας έξω από την πολιτισμική-κρατική μέγγενη αντιλαμβάνονταν το πέρασμά του μόνον μέσα από την άρρηκτη σχέση τους με την φύση. Δεν είχαν γραπτά ημερολόγια, ούτε τους έζωναν χρονικοί ψυχαναγκασμοί. Βίωναν σε απόλυτο βαθμό την χαρά της καθαρής ύπαρξης κάθε στιγμή. Μπορεί αυτό να συμβεί στην κολεκτιβοποιημένη μαζική κοινωνία που οραματίζεται ο αναρχισμός; Σε μια κοινωνία δηλαδή όπου οι άνθρωποι θα παράγουν σύμφωνα με τις δυνατότητες τους και θα καταναλώνουν σύμφωνα με τις ανάγκες τους; Πέρα από το σύνολο του τεχνοβιομηχανικού πολιτισμού, δεν θα υπάρχουν ρολόγια σε μια τέτοια πραγματικότητα; Δεν θα οριοθετείται ο ατομικός χρόνος με βάση το πριν ή το μετά το σχόλασμα απ’ την δουλειά; Έχει σημασία που το οκτάωρο θα είναι φέρ’ ειπείν τρίωρο; Καμία απολύτως. Οπότε και η όποια αίσθηση της ελευθερίας θα είναι εξ αρχής καρατομημένη.

Προτείνουμε ωστόσο στους αγωνιζόμενους ανθρώπους να ζήσουν τον βίο τους ως ινδιάνοι; Να αντιγράψουν πλήρως τις συνήθειες και πρακτικές κάποιων ινδιάνικων φυλών και να πορευτούν αναλόγως; Σε καμία περίπτωση, απαντάμε. Έτσι και αλλιώς οι όποιες «συνταγές» έχουν την αποφορά πολιτικής σπέκουλας και περιχαράκωσης των αγωνιζομένων σε μανιέρες, που οδηγούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στην πολιτικοποίηση του αγώνα τους. Προσπαθούμε, λοιπόν, ν’ αναδείξουμε τα στοιχεία εκείνα της ινδιάνικης κοινότητας, που θεωρούμε πως μπορούν αφ’ ενός να εμπνεύσουν τον αγώνα για συνολική απελευθέρωση στο σήμερα και αφ’ ετέρου να αποτελούν σε μεγάλο βαθμό μια μνήμη ελεύθερης ζωής τού χθες, υπερπολύτιμη για την αναρχική κοινοτική συμβίωση που οραματιζόμαστε. Πράγματι, θεωρούμε την κοσμοαντίληψη αρκετών ινδιάνικων φυλών, πολύ εγγύτερη στην απόλυτη ελευθερία, από τις αγρο-βιομηχανικές κολεκτίβες που ευαγγελίζεται ο αναρχισμός.

Το κύτταρο της συνολικής απελευθέρωσης ανθρώπου και φύσης είναι η αναρχική ομάδα. Κι αυτή μπορεί πολλά να μάθει από ανθρώπινα εγχειρήματα του παρελθόντος, αλλά και απ’ τον βίο και τις αξίες ανθρώπων που έλαμψαν πνευματικά στον χώρο και τον χρόνο. Αν λοιπόν μια αναρχική ομάδα μπορεί να χρησιμοποιήσει για το προχώρημα της αναρχικής θεώρησης απόψεις και πρακτικές από τους αγωνιζομένους της Παρισινής Κομμούνας ή στοιχεία από το σύνολο της ζωής των Σάονι, καλώς να το πράξει. Προϋπόθεση; Κατ’ αρχάς η έντιμη προσέγγιση στα γεγονότα και τις καταγραφές και εν συνεχεία η ανάδειξη κάθε χρήσιμου στοιχείου για το προχώρημα της απελευθερωτικής διαδικασίας στο σήμερα. Εφ’ όσον, λοιπόν, η κυριαρχία ενοποιείται –και μάλιστα με ταχύτατους ρυθμούς–, οφείλουν και οι αναρχικοί να ενοποιήσουν, το κατά δύναμιν, την απελευθερωτική σκέψη και πρακτική από καταβολής κόσμου ως τώρα. Πως; Μα, μέσα από το προχώρημα της αντιπολιτικής αναρχικής θεώρησης∙ με ειλικρίνεια, σθένος και εντιμότητα.

Μήπως όμως –όπως ήδη προαναφέραμε– εξωραΐζουμε τον βίο και τα πεπραγμένα των ινδιάνικων φυλών; Ούτε λόγος βέβαια. Η χάλκευση των ιστορικών δεδομένων είναι «προνόμιο» της εξουσίας και των υπαλλήλων της∙ όχι των αναρχικών. Φυσικά και υπάρχουν πρακτικές και απόψεις ινδιάνικων φυλών που ουδόλως βοηθούν στο προχώρημα της συνολικά απελευθερωτικής διαδικασίας. Αυτές δεν μας αφορούν. Ωστόσο, δεν δύνανται να αποτελέσουν και τροχοπέδη στην περαιτέρω ενασχόληση μας με το ζήτημα. Για τον ίδιο λόγο, οι όποιες, κατά την γνώμη μας, λανθασμένες απόψεις και πρακτικές των αναρχικών στην ισπανική κοινωνική επανάσταση, ουδόλως μας αποτρέπουν από το να μελετήσουμε, να εντοπίσουμε και να αναδείξουμε τα απελευθερωτικά στοιχεία της θεώρησης και δράσης τους στο σήμερα. Όπως είπαμε και ανωτέρω, δεν υπάρχουν «απελευθερωτικές συνταγές», παρά μόνον σε πολιτικούς «τσελεμεντέδες». Οι αναρχικοί βλέπουν τα πάντα κριτικά. Ή τουλάχιστον αυτό οφείλουν να κάνουν κατά την άποψη μας.

Η κυριαρχία εκσυγχρονίζεται, ξαναδοκιμάζει παλιές πρακτικές μέσα από σύγχρονες τεχνολογικές μεθόδους, καταγράφει εμπειρίες, διατηρεί άριστη μνήμη, αντλεί σημαντική γνώση για την συνέχεια και το προχώρημα της. Κι οι αγωνιζόμενοι; Αναπαράγουν μήπως ως συνήθως μια συνθηματολογία, συγκρούονται με τις δυνάμεις καταστολής και επιστρέφουν στο σπίτι τους; Κι έπειτα τι; Μετά από κάποιο χρονικό διάστημα –για άλλους μικρότερο και για άλλους μεγαλύτερο– έρχεται η απογοήτευση, που κατά κανόνα φέρνει την ιδιώτευση∙ έντιμη ή μη. Τούτο το μοτίβο λοιπόν, είναι εν τη γενέσει του αδιέξοδο. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο ευρύ ζήτημα που θα αναλύσουμε σε κάποιο προσεχές κείμενο.

σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση