Μέσα Ιούλη μεταφέρθηκα στο κρατικό Νίκαιας για μια εξέταση. Εκεί δεδομένης της φύσης της εξέτασης και της παρουσίας αστυνομικού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, κάτι που ζήτησε και ο ίδιος ο γιατρός, αρνήθηκα να εξεταστώ και επέστρεψα στη φυλακή. Στις 6 Αυγούστου με κάλεσαν για να περάσω από πειθαρχικό συμβούλιο με την κατηγορία της απείθειας, με το σκεπτικό ότι δεν εκτέλεσα την εντολή της συνοδείας μου. Μπαίνοντας στο γραφείο του αρχιφύλακα με σκοπό να πω στην εισαγγελέα ότι δεν έχω κάτι να δηλώσω και να αποχωρήσω κάθισα απέναντι της και μου απευθύνθηκε λέγοντας μου «όρθιος». Δεν της έδωσα σημασία και καθώς απαντούσα ότι καλό είναι να σοβαρευτούμε λίγο, μου ξαναείπε με ένα υπεροπτικό χαμόγελο να σταθώ όρθιος. Τότε τσαλάκωσα το χαρτί του πειθαρχικού και φεύγοντας της το πέταξα λέγοντας της να το βάλει εκεί που ξέρει. Προφανώς βρισκόμουν μπροστά σ’ έναν ακόμα αλαζονικό και παραπλανημένο άνθρωπο που είχε την ψευδαίσθηση ότι ο κόσμος του ανήκει. Μπροστά σ’ ένα ακόμα αναλώσιμο και μικροπρεπές πιόνι που είχε την ψευδαίσθηση ότι όλοι οι κρατούμενοι είναι κατώτεροι του. Έτσι για να αποκαταστήσει τον πληγωμένο της εγωισμό με “τιμώρησε” με πέντε μέρες περιορισμού σε «ειδικό χώρο κράτησης».
Ανεξάρτητα από μια “τυπική” διαμάχη μεταξύ ενός αναρχικού και μίας εισαγγελέως, της οποίας ούτως ή άλλως το βιογραφικό θα περιέχει πολύ πιο απάνθρωπα επιτεύγματα και θλιβερές ιστορίες, που μένουν στο σκοτάδι, οφείλω να εστιάσω στο τι πραγματικά σημαίνει ειδικός χώρος. Η παραφροσύνη και η εκδικητικότητα της την οδήγησαν για πρώτη φορά στη ζωή της στο πειθαρχείο για να διαπιστώσει ιδίοις όμασι αν η εντολή της έχει εκτελεστεί• δεν έδωσε όμως καμία σημασία στο τι πραγματικά είναι το μέρος, στο οποίο στέλνει τόσο κόσμο για κράτηση. Προφανώς δεν είναι σημαντικό για τον πολύτιμο χρόνο της το ότι σε 9 κελιά 2 επί 2 και σ’ έναν στενό διάδρομο 25 επί 0.5 ζουν γύρω στους 20 με 25 ανθρώπους, ενώ σε κάποια από αυτά μένουν ακόμα και 4 άτομα με 2 στρώματα στο πάτωμα και κυριολεκτικά χωρίς καθόλου χώρο να πατήσεις. Προφανώς δεν είναι σημαντικό πως στα κελιά υπάρχουν μόνο μία διπλή κουκέτα και μία τουαλέτα με αυτοσχέδιο καζανάκι χωρίς πόρτα ή έστω διαχωριστικό, ενώ δεν υπάρχουν καν τα στοιχειώδη όπως παράθυρα, βρύση-νιπτήρας, τραπέζια, καρέκλες, καλοριφέρ ή ψυγείο. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που όλος ο χώρος έχει ποτιστεί από βρώμα και δυσωδία, η οποία είναι αδύνατο πια να φύγει. Σκουπίδια παντού, κατσαρίδες, ποντίκια και μικρόβια συνθέτουν μία πραγματική υγειονομική βόμβα. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που οι κρατούμενοι εκεί ζητούν απεντόμωση και καθαριστικά είδη για να καθαρίσουν μόνοι τους, καθώς δεν έρχονται καθαριστές όπως σε όλες τις άλλες πτέρυγες, και η υπηρεσία δεν τους δίνει ποτέ. Προφανώς δεν είναι σημαντικό ότι οι παραγγελίες των κρατουμένων έρχονται μία στο τόσο. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που το προαύλιο δεν ανοίγει καθόλου, ενώ ούτως ή άλλως είναι μία τσιμεντένια τρύπα 5 επί 5 με ψηλούς τοίχους και συρματοπλέγματα για ταβάνι. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που υπάρχει μία μόνο ντουζιέρα για όλους, από την οποία βγαίνεις πιο βρώμικος απ’ ότι μπήκες, ένας μόνος απαρχαιωμένος και βρώμικος ψύκτης και 2 μόνο καρτοτηλέφωνα, εκ των οποίων λειτουργεί μόνο το ένα. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που υπάρχει ένας ξεχαρβαλωμένος ηλεκτρικός πίνακας και ξεχαρβαλωμένες πρίζες ιδανικές για ηλεκτροπληξία, ενώ στην χειρότερη σε κάποια κελιά, όπως στο δικό μου, αντί για πρίζα υπάρχουν δύο γυμνά καλώδια, με αποτέλεσμα οι κρατούμενοι να καταφεύγουν σε αυτοσχέδιες κατασκευές. Κάνοντας μία παρένθεση, ένας συγκρατούμενος, χωρίς φυσικά να έχει επίγνωση του τι κάνει, προσπαθώντας να με βοηθήσει σκάλιζε τα καλώδια με ένα πλαστικό μαχαίρι για να τα ενώσει, μέχρι που τον σταμάτησα. Προφανώς δεν είναι σημαντικό ότι τα πειθαρχεία είχαν κλείσει μετά από υγειονομικό έλεγχο, αλλά ξανάνοιξαν μετά από ένα επιφανειακό βάψιμο στους τοίχους! Προφανώς δεν είναι σημαντικό από τη στιγμή που οι κλειδαριές και η κάμερα, τα μόνα που κρίνονται ως απαραίτητα, είναι και τα μόνα που λειτουργούν κανονικά σε αυτήν την αποθήκη ψυχών.
Ακόμα και τώρα αισθάνομαι πως η παραπάνω περιγραφή δεν πλησιάζει ούτε στο ελάχιστο τη ζωή και το βίωμα των μόνιμων κατοίκων των πειθαρχείων. Η παραμονή σε αυτά σε φτάνει στο σημείο να νοσταλγείς την αθλιότητα της πτέρυγας. Μετράς τις μέρες να φύγεις λες και θα σου συμβεί κάτι ευχάριστο, ενώ ουσιαστικά θα επιστρέψεις στο κανονικό σου κελί. Επιβεβαιώνεις το βασικό αξίωμα της φυλακής ότι τα πράγματα πάντα μπορούν να γίνουν χειρότερα.
Βέβαια είναι λογικό η Βικτωρία Μαρσιώνη και η φυλακή γενικότερα να μη σπαταλούν χρόνο για να τα δουν όλα αυτά από τη στιγμή που τα ξέρουν ήδη. Είναι έτσι επειδή θέλουν να είναι έτσι. Επειδή ο σκοπός είναι να αποτελούν μια βαριά τιμωρία, ένα ισχυρό φόβητρο για τους απείθαρχους, ώστε να καταλάβουν ότι στη φυλακή ή συμβιβάζεσαι ή δεν επιβιώνεις.
Αφήνοντας στην άκρη τους τιμωρημένους, η επίσημη εκδοχή – δικαιολογία της υπηρεσίας είναι ότι οι κρατούμενοι μένουν εκεί από επιλογή τους, για λόγους προστασίας, παρόλο που αρκετοί το διαψεύδουν (ένας ειδικά ήταν ξεχασμένος εκεί για δύο μήνες, ζητούσε να φύγει και απλά τον αγνοούσαν καθώς δεν ‘είχαν χρόνο’ να ασχοληθούν – επίσης αρκετοί από αυτούς έχουν πια επιστρέψει στην πτέρυγα, γεγονός που δείχνει ότι η παραμονή τους στα πειθαρχεία οφειλόταν σε έλλειψη χωρητικότητας). Αλλά ακόμα και έτσι να ήταν, τότε γιατί η φυλακή δεν φτιάχνει τον χώρο; Σε οικονομικό επίπεδο θα κόστιζε ελάχιστα αφού οι κρατούμενοι θα έκαναν τη δουλειά, όπως οι κρατούμενοι συντηρούν και λειτουργούν όλη τη φυλακή, φτάνοντας στο σημείο, μεταξύ όλων των άλλων μεροκάματων που υπάρχουν, να κουρεύουν τους κήπους τους, να καθαρίζουν τα γραφεία τους ακόμα και να τοποθετούν κιγκλίδες, συρματοπλέγματα και προβολείς.
Απλά δεν υπάρχει λόγος, αφού τα νόμιμα ψυχοφάρμακα και τα ναρκωτικά κάνουν τη δουλειά τους. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ όλοι στη σειρά και ένας-ένας το κυπελλάκι με το χάπι του. Κέρδος και υποταγή, με ένα σμπάρο δυό τρυγόνια. Γιατί δεν μπορείς να ζήσεις έτσι χωρίς την πρέζα να σε κάνει να ξεχνιέσαι. Ο χρόνος σταματά, τα ερεθίσματα εκμηδενίζονται, το μυαλό κολλάει, η ανάγκη για ζωή δίνει τη θέση της στο ένστικτο μιας τρισάθλιας επιβίωσης. Κάθε μέρα η ίδια επανάληψη, ύπνος – φαγητό – ναρκωτικά και πάλι από την αρχή. Απραξία και καθήλωση. Καταδίκη σ’ ένα διαρκές βασανιστήριο που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή του ατόμου. Δεν είναι τυχαίο, ότι σχεδόν όλοι όσοι έχω συναντήσει σε πειθαρχείο, έχουν περάσει από καιρό το σημείο όπου πια δεν υπάρχει γυρισμός. Η φυλακή εξαθλιώνει ανθρώπους και μετά πετώντας τους ψίχουλα, τους κρατά απαθείς στον δικό τους πλέον κόσμο: απλανές βλέμμα, αργή κίνηση, ανύπαρκτη αξιοπρέπεια, ξεριζωμένη αντίληψη.
Με δύο λόγια, η Β. Μαρσιώνη, που θα γυρίσει σπίτι της, αφού ‘επιτελέσει το λειτούργημα της’ και φυσικά όλοι όσοι ευθύνονται για την ύπαρξη αυτών των κολαστηρίων είναι απλά και ξεκάθαρα συγκαλλυμένοι δολοφόνοι. Δειλοί, μικρόψυχοι και ανήθικοι επιβεβαιώνουν κάθε μέρα με τις πράξεις τους ότι ο κόσμος θα ήταν ένα καλύτερο μέρος χωρίς αυτούς.
Κλείνοντας με μια ματιά στο μέλλον πολλοί εισαγγελείς, που έχουν την αίσθηση ότι είναι μικροί θεοί, θα βρεθούν σύντομα στο δρόμο μας. Η μεταφορά ανθρώπων και η παραμονή τους στις φυλακές τύπου Γ θα εξαρτάται από ένα και μόνο άτομο συνηθισμένο να έχει την απόλυτη εξουσία μέσα σε μία φυλακή. Να δίνει εντολές χωρίς να λογοδοτεί σε κανένα, έχοντας μια σχετική παντοδυναμία, όσον αφορά το θεσμικό πλαίσιο πάντα. Ειδικά για τους αναρχικούς το δίλλημα που θα τεθεί τα επόμενα χρόνια από την εξουσία, κρίνοντας από τη στάση της κάθε μαριονέτας της, είναι ξεκάθαρο: παραίτηση ή εξόντωση. Όπως σε όλα τα διλλήματα του εχθρού δεν απαντάς. Απλά τα ξεπερνάς. Με αγώνα. Με κάθε μέσο. Με κάθε κόστος.
Δημήτρης Πολίτης
Δ’ Πτέρυγα Κορυδαλλού