Το παράξενο με το ποδόσφαιρο είναι ότι δεν μπορεί να μπει στην άκρη. Με τον ένα ή τον άλλον τρόπο θα υπάρχει και θα παίζει ένα ρόλο, κάποιες φορές αμελητέο και κάποιες άλλες καθοριστικό. Μπορεί κάποιος να μην ασχολείται με το ποδόσφαιρο, αλλά να μην μπορεί να κλείσει μάτι από τις φωνές τού γείτονα και κάποιος άλλος να αναβάλει την τάδε προγραμματισμένη εκδήλωση λόγω ποδοσφαίρου και μη προσέλευσης του κόσμου.
Ακόμα και πόλεμοι συνδέθηκαν κατά κάποιο τρόπο με το ποδόσφαιρο. Δύο χαρακτηριστικές τέτοιες περιπτώσεις είναι ο πόλεμος του Ελ Σαλβαδόρ και της Ονδούρας και εκείνη μεταξύ Σερβίας και Κροατίας. Σίγουρα, στις συγκεκριμένες περιπτώσεις η αιτία δεν ήταν οι ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις μεταξύ των ομώνυμων εθνικών ομάδων, αλλά ήταν τα πρώτα γενικευμένα επεισόδια που σκιαγραφούσαν την υποβόσκουσα κοινωνική πραγματικότητα. Ένα τέτοιο πρόσφατο παράδειγμα είναι και αυτό σε ποδοσφαιρικό αγώνα τον Φεβρουάριο του 2012 στην πόλη Πορτ Σάιντ της Αιγύπτου λίγο μετά την πτώση του Μουμπάρακ. Στον συγκεκριμένο ποδοσφαιρικό αγώνα εβδομήντα τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν και τουλάχιστον 1.000 τραυματίστηκαν όταν επεισόδια ξέσπασαν μεταξύ οπαδών του Μουμπάρακ και των Αδελφών Μουσουλμάνων. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η εξουσία έχει συνδεθεί με το ποδόσφαιρο και το χρησιμοποιεί για τα δικά της συμφέροντα, καθώς και ότι ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου μπορεί να είναι μικρογραφία μιας υπάρχουσας κοινωνικής κατάστασης.
Οι πρόγονοι του σύγχρονου ποδοσφαίρου
Κατά την αρχαιότητα στην Κίνα, στην Ρώμη, στην Αθήνα αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές υπήρχαν παιχνίδια με μπάλα που έμοιαζαν με αυτό που σήμερα αποκαλούμε ποδόσφαιρο. Βέβαια, είναι αρκετά επίφοβο να μπορούμε να έχουμε άμεση ιστορική συσχέτιση εκείνων των παιχνιδιών με την σημερινή μορφή του ποδοσφαίρου.
Στην Κίνα του 11ου Π.χ.1 αιώνα ήταν διαδεδομένο το Τσου-Κου το οποίο παίζονταν με μπάλα γεμισμένη από τρίχες. Την μπάλα την κλωτσούσαν προς ένα τέρμα από μπαμπού πίσω από το οποίο υπήρχε δίχτυ. Το Τσου-Κου τον 5ο αιώνα Π.χ. χρησιμοποιήθηκε για την εκπαίδευση των κινέζων στρατιωτών.
Στον αρχαίο ελλαδικό χώρο ένα παιχνίδι με μπάλα που παιζόταν με τα πόδια ήταν και ο Επίσκυρος. Το παιχνίδι είχε πάρει την ονομασία του από τις πέτρες που οριοθετούσαν την περιοχή του παιχνιδιού, τις λεγόμενες σκύρες. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες είχαν το Harpastum, που και αυτό επίσης παιζόταν με μπάλα και ήταν ιδιαίτερα σκληρό. Τέλος οι Αζτέκοι είχαν το Τλάχτλι. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα παιχνίδια με μπάλα ανά τον κόσμο είχε θρησκευτικό και πολιτικό χαρακτήρα. Για το λόγο αυτό το γήπεδο ονομάζονταν δικαστήριο και ήταν χτισμένο πάντοτε δίπλα σε ναό. Η μπάλα του Τλάχτλι ήταν από καουτσούκ και ζύγιζε περίπου εννέα κιλά. Οι παίχτες φορούσαν προστατευτικά για να αποφύγουν τους μώλωπες που θα τους έκανε η μπάλα χτυπώντας επάνω τους. Ο σκοπός του παιχνιδιού ήταν να περαστεί η μπάλα από ένα κατακόρυφο πέτρινο στεφάνι, που ήταν όχι πολύ ψηλά στον τοίχο, χρησιμοποιώντας όλα τα μέλη του σώματος εκτός από τα πέλματα και τις παλάμες.
Το παιχνίδι συμβόλιζε την μάχη του φωτός με την νύχτα και οι δύο ομάδες συμβόλιζαν αντίστοιχα το φως ή το σκοτάδι, η μπάλα συμβόλιζε τον ουρανό και το στεφάνι την ανατολή ή την δύση (ανάλογα με τον νικητή). Επίσης το παιχνίδι εχρησιμοποιείτο και ως μέσω για την επίλυση διαφορών μεταξύ χωριών και φυλών. Υπάρχουν πληροφορίες που θέλουν τους παίχτες ή τους αρχηγούς τής ηττημένης ομάδας να χάνουν το κεφάλι τους ως θυσία ή ως μέσω για την επίλυση της διαφοράς.
Στο μεσαίωνα τα παιχνίδια με μπάλα εξέφραζαν το ανταγωνισμό μεταξύ φατριών, πόλεων και χωριών. Το ποδόσφαιρο ακόμα δεν είχε ενοποιημένους κανόνες με αποτέλεσμα κάθε περιοχή να είχε τους δικούς της. Κάθε παιχνίδι ποδοσφαίρου στο μεσαίωνα ήταν μια μικρή κοινωνική σύρραξη με αποτέλεσμα να καταλήγει σε οδομαχίες, αφήνοντας πίσω του πολλά κατάγματα, μώλωπες ακόμα και θανάτους. Για το λόγο αυτό οι κατά τόπους εξουσιαστές στην Ευρώπη δεν έβλεπαν το ποδόσφαιρο με καλό μάτι, φοβούμενοι την ανεξέλεγκτη διάσταση που θα μπορούσε να λάβει ένα τέτοιο άγριο παιχνίδι και προσπαθούσαν κατά καιρούς να το απαγορέψουν. Μια τέτοια διαταγή ήταν και αυτή του συμβουλίου των γερόντων της Πίζας το 1030 όπου απαγόρευσε το ποδόσφαιρο στην πλατεία της Μητρόπολης. Οι παραβάτες τιμωρούνταν με αυστηρότατες ποινές. Στην Βρετανία ο βασιλιάς Ερρίκος Β΄ (1154-1189)2 φοβούμενος ανεξέλεγκτες κοινωνικές αναταραχές με αφορμή το ποδόσφαιρο απαγόρευσε την διεξαγωγή αγώνων στην επικράτειά του. Προβλήματα φαίνεται πως δημιούργησε και στον βασιλιά Εδουάρδο Β΄ (1307-1327) όπου γύρω στο 1314 Μ.χ. καθώς έβλεπε τον στρατό που προσπαθούσε να δημιουργήσει για επιδρομή στην Σκωτία να σπαταλά την ενέργεια του στο ποδόσφαιρο, αλλά και φοβούμενος τις εξεγέρσεις που θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου, αποφασίζει να φυλακίζει όσους παίρνουν μέρος σε αγώνες ποδοσφαίρου. Οι διώξεις συνεχίστηκαν και επί της βασιλείας του Ερρίκου Δ΄ (1399-1413) και του Ερρίκου Η΄ (1509-1547), όπου μάλιστα ψηφίστηκαν ακόμα ποιο σκληροί νόμοι κατά του ποδοσφαίρου. Την πολεμική κατά του ποδοσφαίρου διατήρησε και η Ελισάβετ Α΄ (1558-1603) με εβδομαδιαίες φυλακίσεις στους ποδοσφαιριστές.
Η ενοποίηση του ποδοσφαίρου
Οι Άγγλοι βασιλείς που για αιώνες εναντιώθηκαν στο ποδόσφαιρο δεν είχαν αντιληφθεί ότι ο ποιο αποδοτικός τρόπος καταστολής είναι η υιοθέτηση, κάτι το οποίο η σημερινή κυριαρχία γνωρίζει καλά. Το ποδόσφαιρο μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα ακόμα και στην Βρετανία, διέφερε από περιοχή σε περιοχή πόσο μάλιστα από χώρα σε χώρα. Η ενοποίηση των κανόνων του ποδοσφαίρου ήρθε με την δημιουργία της Fédération Internationale de Football Association (Διεθνής Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου) το 1904. Από εκεί και ύστερα το ποδόσφαιρο ελέγχεται κεντρικά από αυτή την μεγάλη ομοσπονδία που κατακερματίζεται σε μικρότερες ανά ήπειρο και χώρα. Ο ρόλος βιτρίνα της FIFA είναι ότι ορίζει τους κανονισμούς για το ποδόσφαιρο και μπορεί να λαμβάνει αποφάσεις που αφορούν το παιχνίδι, αλλά ο κυρίαρχος ρόλος είναι ότι μπορεί να διαχειρίζεται τεράστια οικονομικά ποσά από πολυεθνικές, να παίρνει μίζες για να αποφασίσει σε ποια χώρα θα πάει η επόμενη μεγάλη διοργάνωση, για το ποιος χορηγός θα αναλάβει, για το ποιος θα κατασκευάσει τα γήπεδα κλπ. Χαρακτηριστικά θα μπορούσε να αναφερθεί ο χρηματισμός στελεχών της FIFA από αξιωματούχο του Κατάρ με 5 εκατομμύρια δολάρια για να επιλεγεί το Κατάρ ως η διοργανώτρια χώρα του μουντιάλ του 2022, καθώς και η μίζα 40 εκατομμύριων δολαρίων από τον πρόεδρο της Βραζιλιάνικης ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας για εξασφάλιση δικαιωμάτων μάρκετινγκ. Εκτός από τις μίζες υπάρχουν και τα καθαρά έσοδα από το Μουντιάλ της Βραζιλίας που υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσουν τα 5 δις χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν τα έσοδα από τους χορηγούς που θα διπλασιάσουν το ποσό.
Από την άλλη, για την διοργάνωση του μουντιάλ 250.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί βίαια από τις περιοχές όπου ζούσαν για να ανεγερθούν ποδοσφαιρικά γήπεδα και αυτοκινητόδρομοι, η αστυνομία έχει αναλάβει να καθαρίσει τις πόλεις από αστέγους, τοξικομανείς, πόρνες και ο,τιδήποτε άλλο θα μπορούσε να χαλάσει την βιτρίνα του μουντιάλ, ενώ τον τελευταίο χρόνο εκατοντάδες είναι οι άστεγοι που έχουν δολοφονηθεί. Γύρω από το μουντιάλ έχει στηθεί ένας τεράστιος οικονομικό-πολιτικός μηχανισμός που μόνο ποδόσφαιρο δεν θυμίζει και αποτελείται από τηλεοπτικά δικαιώματα, σπόνσορες και στοιχήματα. Επίσης υπάρχουν και τα διάφορα κυκλώματα πορνείας και ναρκωτικών που περιμένουν να κερδίσουν και αυτά με τον τρόπο τους από την διοργάνωση. Ευτυχώς διαψεύστηκαν όσοι πίστεψαν ότι το Μουντιάλ στην Βραζιλία θα μπορούσε να κρύψει και να επισκιάσει τα προβλήματα εκατομμυρίων ανθρώπων που ζουν σε άθλιες συνθήκες. Ο κόσμος στην Βραζιλία βγαίνει στους δρόμους παρά την τεράστια καταστολή και συγκρούεται καθημερινά με τους μπάτσους. Για το λόγο αυτό ο ρόλος της FIFA, όπως και αυτός των περιφερειακών ομοσπονδιών είναι συγκεκριμένος και εντάσσεται στα πλαίσια της υποδούλωσης με εργαλείο ένα δημοφιλές παιχνίδι.
Η ίδια λογική επικρατεί και στις περιφερειακές ποδοσφαιρικές ομοσπονδίες ανά ήπειρο και χώρα όπου τα οικονομικά ποσά που διακινούνται και η διαπλοκή είναι τεράστια. Στον ελλαδικό χώρο τα πράγματα είναι πασιφανέστατα. Το προεδριλίκι σε μια δημοφιλή ομάδα μπορεί να αποφέρει στον πρόεδρο εκτός από πολλά χρήματα και ακόμη περισσότερη εξουσία. Ο πρόεδρος σε μια δημοφιλή ομάδα μπορεί να αποκτήσει έναν ιδιότυπο στρατό και να τον χρησιμοποιεί όταν το θεωρήσει αναγκαίο, όπως σε «θελήματα» που διευκολύνουν προσωπικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες ή πολιτικές επιδιώξεις. Ο Μπέος στον Βόλο εκμεταλλευόμενος το προεδριλίκι του στην ποδοσφαιρική ομάδα του Ολυμπιακό Βόλου εξελέγη δήμαρχος. Τι και αν για δεκαετίες έστηνε παιχνίδια και φούσκωνε η τσέπη του, τι και αν οδηγήθηκε στην φυλακή για το λόγο αυτό, τι και αν τραμπούκιζε και εκβίαζε όποιον έλεγε κάτι εναντίον του, βάζοντας μπροστά τους μπράβους του; Όλα τα παραπάνω δεν έχουν καμία σημασία, παρά μόνο ότι είναι πρόεδρος και σαν πρόεδρος έχει πιστούς υπηκόους. Η τεχνική της προβατοποίησης στις δόξες της.
Από την άλλη ο Πειραιάς έχει για δήμαρχο τον αντιπρόεδρο του Ολυμπιακού Γιάννη Μώραλη και το δημοτικό συμβούλιο θυμίζει διοικητική συνέλευση του Ολυμπιακού: Βαγγέλης Μαρινάκης (πρόεδρος του Ολυμπιακού), Πέτρος Κόκκαλης (πρώην πρόεδρος του Ολυμπιακού), Ειρήνη Νταϊφά (κόρη πρώην προέδρου του Ολυμπιακού), Αντώνης Νικοπολίδης (πρώην ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού), Γιώργος Σιγάλας (πρώην μπασκεμπωλίστας του Ολυμπιακού).
Τα δύο αυτά παραδείγματα είναι χαρακτηριστικά για να πιστέψει κάποιος ότι η κυριαρχία μπορεί να ψυχανεμιστεί τις εκάστοτε τάσεις και ανάλογα να συνεχίσει το κυριαρχικό της έργο. Στην προκειμένη ο Μπέος, ο Μώραλης και ο Μαρινάκης στην συνείδηση του κόσμου εκφράζουν μια δήθεν απολιτική και ακομμάτιστη αλλαγή που χρειάζεται το υπάρχον πολιτικό σύστημα. Οπότε τα συγκεκριμένα πρόσωπα λόγω της αναγνωρισιμότητας που είχαν εξ αιτίας της ποδοσφαιρικής τους εμπλοκής ήταν κατάλληλα για τις σημερινές εγχώριες εξουσιαστικές ανάγκες. Επίσης θα πρέπει να αναφερθεί, σε όσους συνεχώς πέφτουν από τα σύννεφα, ότι πρόσωπα τύπου Μπέου και Μαρινάκη δεν διαφέρουν από πρόσωπα που επαγγελματικά και οικογενειακά ασχολούνται με την πολιτική, απλά πλέον οι θύρες της πολιτικής έχουν ανοίξει και για μη επαγγελματίες πολιτικούς, που όμως θα κάνουν την ίδια και χειρότερη δουλειά.
Η εξουσία, λοιπόν, έχει τυλίξει το ποδόσφαιρο τόσο σφιχτά και πυκνά όπου μετά βίας αναγνωρίζεται ως παιχνίδι. Η μπάλα δεν είναι φουσκωμένη με αέρα αλλά με πανάκριβα συμβόλαια παιχτών, με στημένους αγώνες για την αποκομιδή χρημάτων, με μίζες, χορηγούς και ξέπλυμα χρήματος και όλα αυτά στηριζόμενα από ένα εξαπατημένο κοινό που κρατιέται για ασφάλεια αποχαυνωμένο στις κερκίδες και στις οθόνες.Ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι που διεξάγεται στην αλάνα ή στο γηπεδάκι της γειτονιάς δεν χρειάζεται τίποτα από τα παραπάνω και έχει πολλά ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το κάνουν να ερωτοτροπεί με την αναρχία. Οι κανόνες ποτέ δεν είναι ίδιοι, διαμορφώνονται ανάλογα με την περίπτωση και τις ανάγκες του παιχνιδιού, ακόμα και εν μέσω παιχνιδιού και δε τηρούνται ποτέ με ευλάβεια. Οι ομάδες ποτέ δεν είναι ίδιες και διαμορφώνονται κάθε φορά νέες ανάλογα με την προσέλευση. Ο διαιτητής είναι άγνωστη λέξη και οι διαφορές λύνονται στο επί τόπου, οι άλυτες διαφορές μπορεί να τερματίσουν το παιχνίδι. Ο κανονικός χρόνος λήξης του παιχνιδιού δεν υπάρχει. Σχεδόν πάντα ο λογαριασμός των γκολ είναι αμφισβητούμενος. Και το ευφυέστερο: Ακόμα και η έννοια του νικητή είναι διττή. Νικητής τις περισσότερες φορές χρίζεται αυτός που θα πετύχει το τελευταίο γκολ, άσχετα εάν σε όλο τον αγώνα δεν έχει πετύχει κανένα. Με αυτό τον τρόπο οποιαδήποτε ομάδα μπορεί να κερδίσει ένα αγώνα, αλλά αυτό δεν εμποδίζει την αντίπαλη ομάδα να θεωρείται η ίδια νικήτρια. Για τους παραπάνω λόγους θα είμαστε με το παιχνίδι της αλάνας, όπου μας επιτρέπει να ονειρευόμαστε όπως τα μικρά παιδιά, ελεύθερα ανεξούσια και άναρχα.Ελευθερόκοκκος
1. Όπου Π.χ. και Μ.χ. διάβασε παλαιότερη και μετέπειτα χρονολογία 2. Σε παρένθεση αναφέρονται οι περίοδοι που ήταν στην εξουσία.Από την Αναρχική Εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ.140, Ιούλιος-Αύγουστος 2014.